Τρίτη 22 Μαρτίου 2022


ΟΤΑΝ ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ

Θέατρο ΔΡΟΜΟΣ
Σάββατο, 19 Μαρτίου 2022
Ώρα 9 μ.μ.

ΕΡΡΙΚΟΥ ΙΨΕΝ
Μετάφραση από τα αγγλικά Εμμανουήλ Μαύρος (κείμενο William Archer)
Σκηνοθεσία: Εμμανουήλ Γ. Μαύρος
Β. Σκηνοθέτη: Ήρα Δαμίγου

Κριτική ανάλυση της Μαρίνας Αποστόλου

"ΟΤΑΝ ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ, ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΠΩΣ ΠΟΤΕ ΜΑΣ ΔΕ ΖΗΣΑΜΕ"

Το αριστούργημα του Ερρίκου Ίψεν Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί ανεβάζει κάθε Σάββατο και Κυριακή η ομάδα ''ΜΗΔΕΙΑ'' στο θέατρο ''ΔΡΟΜΟΣ'' επί της οδού Αγίου Μελετίου 25, στην Κυψέλη.
Μέσα από μια μίνιμαλ προσέγγιση με λιτά σκηνικά και κοστούμια, ο σκηνοθέτης και μεταφραστής του έργου Εμμανουήλ Μαύρος δίνει σάρκα και οστά στο βαθυστόχαστο έργο του Νορβηγού δραματουργού του 19ου αιώνα.
Οι ηθοποιοί βρίσκονται ήδη στις θέσεις τους πάνω στη σκηνή όταν το κοινό εισέρχεται στον χώρο για να καθίσει. Ο ηθοποιός που υποδύεται τον Ρύμπεκ, το βασικό δραματικό πρόσωπο, καπνίζει την πίπα του ενώ καμπάνες ακούγονται μέσα στο σκοτάδι που σκεπάζει το σανατόριο, το μέρος όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα. Μια ηθοποιός, καλοκαιρινά ντυμένη με ένα απλό μονόχρωμο φόρεμα με τιράντες, φορά μάσκα οξυγόνου, ενδεικτικό της δυσκολίας της να αναπνεύσει καθώς ακολουθείται πιστά από τη νοσηρή σκιά της. Στο πλευρό του Ρύμπεκ βρίσκεται, όπως θα μάθουμε στη συνέχεια, η από πενταετίας περίπου, σύζυγός του Μάγια. Έχουν επιστρέψει μαζί στην πατρίδα τους, αφού έχουν ταξιδέψει όλα αυτά τα χρόνια που είναι έγγαμοι. Ο Ρύμπεκ είναι εξαιρετικά ευκατάστατος, δεδομένου ότι διαθέτει μια σεβαστή ακίνητη περιουσία. Έχει μάλιστα γίνει παγκοσμίως διάσημος από το γλυπτό του που φέρει τον συμβολικό τίτλο: ''Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ'' που αναπαριστά μια γυναίκα που ξυπνά από τον ύπνο του θανάτου. Η Μάγια, δείχνει να είναι και αυτή ένα ακόμα απόκτημά του που οφείλεται στη φήμη και στον πλούτο του. Η ίδια εξηγεί με πόνο ψυχής προς το τέλος του έργου ότι υπήρξε ένα κοριτσάκι που ζούσε στη ''μετριότητα'' κι έτσι την ''αγόρασε'' ο επιτυχημένος Ρύμπεκ. 
''Έχουμε τις ανέσεις μας ώστε να μην ενοχλούμε ο ένας τον άλλον'', της δηλώνει στην έναρξη της παράστασης ο σύζυγός της σχεδόν κυνικά. Πρόκειται εμφανώς για ένα γάμο χωρίς συναισθήματα, συμβατικό που όπως σύντομα αποδεικνύεται έχει τελματώσει και βαίνει προς τη λύση του σταδιακά κι αναπόφευκτα.
Σ' αυτό θα συμβάλει πολύ γρήγορα η γνωριμία της Μάγια με τον άξεστο κυνηγό άρκτων και ιδιοκτήτη του θεραπευτηρίου Υλφέιμ, ο οποίος θα της υποσχεθεί μια ζωή πιο πρωτόγονη μεν αλλά πιο περιπετειώδη και ενδιαφέρουσα δε. Εν ολίγοις, θα της προσφέρει ό,τι της στερεί ο καλλιτέχνης και καθηγητής πια σύζυγός της Ρύμπεκ.
Ο τελευταίος, ψυχρός και αδιάφορος, ελάχιστα θα ασχοληθεί με τη φυγή της. Η απροσδόκητη συνάντησή του με την Ειρήνη, την παλιά μεγάλη αγάπη και μούσα του, θα τον ταράξει και θα τον γυρίσει πολλά χρόνια πριν, την εποχή όπου φιλοτέχνησε το δημιούργημά του, ''το παιδί τους'', όπως συχνά το αποκαλεί κατά τη διάρκεια της παράστασης η Ειρήνη. Εκείνη, εκτός από φυματική είναι και παράφρων. Πληγωμένη βαθιά και προσκολλημένη στο παρελθόν, δεν ξεπέρασε ποτέ το βαθύ τραύμα που της άφησε ο Ρύμπεκ. Παρότι παντρεύτηκε δύο φορές και περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη, οι αναμνήσεις όχι απλά δεν την εγκατέλειψαν ποτέ αλλά τη βασανίζουν ακόμη. Νιώθει πως ο Ρύμπεκ, προτάσσοντας την υστεροφημία και τον εγωισμό του, τη χρησιμοποίησε μόνο και μόνο για να αναδειχθεί προσπερνώντας την υπόσχεση που της είχε κάποτε δώσει για κοινή πορεία και ευτυχία. Η Ειρήνη κρύβει σταθερά στον κόρφο της ένα μαχαίρι, το οποίο από χρόνια θα θελε να χει ''αξιοποιήσει''. Μήπως άραγε ήρθε η ώρα να το κάνει για να λυτρωθεί;
Οι ιδέες του έργου είναι ευάριθμες. Ο πλούτος, η δύναμη αυτού, η ματαιοδοξία, η πρωτοκαθεδρία της τέχνης που θέτει σε δεύτερη μοίρα την απλή αλλά πραγματική ζωή, η πληγωμένη ψυχή που δεν βρίσκει ίαση, η συμβατικότητα, η μοναξιά, η κενότητα, η αγάπη που αν πεθάνει ίσως δεν μπορεί πια να αναστηθεί, η χρεία για ανακούφιση, η λύση που δεν μπορούμε οι άνθρωποι να δώσουμε στον πόνο μας, οι καταπιεσμένοι μας πόθοι, η αρρώστια του κορμιού, ο θάνατος και η ίδια η ζωή που αιώνια θα αντιπαλεύουν (βλέπουμε επί σκηνής τη ''λευκή'' και τη ''μαύρη'' ηθοποιό να μάχονται κοιτάζοντας ανταγωνιστικά η μία την άλλη).
Πρόκειται για ένα κείμενο που χωρίς υπερβολή πρέπει κάποιος να δαμάσει πρώτα για να μπορέσει να το παραστήσει επί σκηνής. Οι ρόλοι του, ιδίως του Άρνολντ Ρύμπεκ και της Ειρήνης, είναι αληθινά άγρια θηρία με τα οποία οφείλουν να αναμετρηθούν οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες τους. Ο δρόμος που πρέπει να βαδίσει κανείς, όταν επιλέγει ένα τέτοιο δραματικό κομψοτέχνημα, είναι σίγουρα τραχύς και συνάμα γοητευτικός.
Στην παράσταση που είδαμε ξεχωρίζει το ζευγάρι που υποκρίνονται τους Υλφέιμ και Μάγια ενώ το μακιγιάζ με τα μαυρισμένα μάτια, χαρακτηριστικό των νοσούντων φθισικών είναι απόλυτα επιτυχές.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου