Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2021

 


ΤΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙ του Δημήτρη Αλεξίου

Θέατρο Μεταξουργείο

Κυριακή, 26/12/2021

5.30μμ

Δραματολογική ανάλυση & κριτική παράστασης

της Μαρίνας Αποστόλου

«ΤΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙ ΠΛΗΡΩΝΕ ΓΙΑ ΜΑΣ»

Το είδος του σκληρού ρεαλισμού επέλεξε να υπηρετήσει ο Δημήτρης Αλεξίου μέσα από το θεατρικό του έργο με τίτλο ΤΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙ. Τρεις φίλοι, σαραντάρηδες πια, μεγαλωμένοι παράλληλα, δεμένοι, πληγωμένοι, φέροντες ο καθένας τα δικά του τραύματα. Ένας προπονητής του μπάσκετ, ώριμος πια, σε ρόλο μέντορα και πατέρα. Μια μητέρα κατάκοιτη, που επικοινωνεί κουνώντας τα μάτια και πατώντας με το σαγόνι ένα κουδούνι… Μια νεαρή αποκλειστική νοσοκόμα που φροντίζει πιστά και αδιαμαρτύρητα την άρρωστη γυναίκα και μια εξώγαμη κόρη του προπονητή που θα δώσει ώθηση στο ξετύλιγμα του μίτου της υπόθεσης.

Στο ανακαινισμένο διαμέρισμα του Μάριου, ασφαλιστή στο επάγγελμα και γιου της κλινήρους κυρίας Αλέκας, συγκεντρώνονται για να παίξουν πόκερ τρεις φίλοι γύρω στα 40. Δεν παραλείπουν να καλέσουν επίσης και τον coach, τον προπονητή τους, τον Αποστόλη, που ακόμη και τώρα δεν παύει να τους νουθετεί αλλά και να τους θυμίζει παλιές καλές στιγμές που μοιράστηκαν οι τέσσερίς τους, τόσο κατά τη διάρκεια αγώνων μπάσκετ όσο και εκτός γηπέδου.

Μια περίεργη ίσως και ανόσια σχέση συνδέει τα τέσσερα αντρικά δραματικά πρόσωπα η οποία δε στηρίζεται μόνο στις κοινές αθλητικές τους μνήμες αλλά και σε μυστικά, βαθιά κρυμμένα και ριζωμένα. Σκοτεινά και ως τα τώρα ανείπωτα. Έχει έρθει μάλλον η ώρα να έλθουν στην επιφάνεια και μέσω της αποκάλυψής τους να οδηγηθούν σε τραγική καθαρτήρια κατάληξη όλοι τους.

ΤΑ ΔΡΑΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Η Αλέκα: Μητέρα του Μάριου και κατάκοιτη λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου. Μεγάλωσε το γιο της με περισσή αγάπη και προστασία. Διαζευγμένη αρχικά και χήρα κατόπιν, σήκωσε όλα τα οικογενειακά βάρη στην πλάτη της με αυταπάρνηση. Επέλεξε το επάγγελμα της πόρνης γιατί ίσως να μην υπήρχε άλλη άμεση λύση αντιμετώπισης των πρακτικών προβλημάτων και κυρίως των αναγκών του παιδιού της που ήταν μια ζωή φιλάσθενο, κλειστός χαρακτήρας αλλά και χρειαζόταν να σπουδάσει, όπως άλλωστε κάθε παιδί. Στο (δραματικό) αυτό πρόσωπο επαναλαμβάνεται το μοτίβο της γυναίκας – μάνας που ακολούθησε τον δρόμο της πορνείας καθώς δε διέθετε τα μέσα για την ανατροφή του μονάκριβου τέκνου της. Χωρίς σύζυγο, καθώς ακόμα κι όταν αυτός υπήρχε διόλου ενδιαφερόταν για την οικογένειά του, φρόντιζε διαρκώς αλλά τελικά όχι πάντα επιτυχώς να αποκρύβει την πραγματική της ταυτότητα από το παιδί της και τη λοιπή κοινωνία. Το κορμί της έχει αποτελέσει αντικείμενο πληρωμένου έρωτα τόσο για τον μπακάλη της γειτονιάς, όσο και για τον Αποστόλη αλλά και το διευθυντή του δημοτικού σχολείου όπου φοίτησε ο Μάριος. Χωρίς ταμπού αλλά με ψυχή τίμια και καθάρια δεν υστερεί σε τίποτα από μια τρυφερή μητέρα που πάνω απ’ όλα λατρεύει το παιδί της και το δέχεται γι’ αυτό που είναι αφού για εκείνη αποτελεί «το καλύτερο παιδί του κόσμου».

Ο Μάριος: Γιος της κυρίας Αλέκας. Περίπου σαράντα ετών, χωρίς προσωπική ζωή, ασφαλιστής στο επάγγελμα και αποκλειστικά αφοσιωμένος στην ασθενή μητέρα του. Δεν γνωρίζει λεπτομέρειες για τη ζωή που εκείνη έχει διαγάγει, θυμάται όμως με πόνο ψυχής, όπως παρακολουθούμε στο τέλος της παράστασης ότι «το κουδούνι πλήρωνε για μας» επιβεβαιώνοντας ότι τα παιδιά, ακόμα κι αν δεν έχουν την ωριμότητα να αντιληφθούν πλήρως την αλήθεια, την προσεγγίζουν ωστόσο μέσω της διαίσθησης. Ευαίσθητος, δοτικός, αλτρουιστής, δέχεται παθητικά τις ταπεινώσεις και τις πότε σεξιστικές πότε ρατσιστικές εξάρσεις του άλλου φίλου της παρέας, του Οδυσσέα, στο πρόσωπο του οποίου εκδηλώνει από μικρός μια ιδιαίτερη προσκόλληση. Για κάποιον αδιασάφητο λόγο, συμπεριφέρεται με αγένεια στην Ειρήνη, την ευγενική νεαρή αποκλειστική νοσοκόμα που περιποιείται τη μητέρα του. Οι γυναίκες δεν τον αφορούν και για το λόγο αυτό αποκρούει το πιεστικό φλερτ της Φανής, της εξώγαμης κόρης του προπονητή του. Κι ενώ ως προσωπικότητα είναι υπέρ της συγχώρησης των άλλων, δε μοιράζεται την ίδια άποψη και για τη μητέρα του όταν η αλήθεια έρχεται στο φως μέσω του ημερολογίου της που τυχαία πέφτει στα χέρια του. Στο πρόσωπο του Μάριου παίρνει σάρκα και οστά ο τύπος του ομοφυλόφιλου άντρα που λόγω της συντηρητικής κοινωνίας έχει στερηθεί μια ζωή τον έρωτα αλλά και του γιου που είναι απόλυτα πεπεισμένος για την άρρηκτη ηθική της μητέρας του.

Ο Οδυσσέας: Φίλος του Μάριου και του Γιάννη. Ασφαλιστής και αυτός, γεγονός που το οφείλει στον Μάριο. Κυνικός, σκληρός, μισογύνης και μαζί μισάνθρωπος, εκφέρεται με σκληρότητα για όλους και φροντίζει να μη χάνει ποτέ του καμιά ευκαιρία μέσω της οποίας θα διασκεδάσει ή θα επιβιώσει. Ειρωνεύεται τον Γιάννη που προσπαθεί να αποκτήσει παιδί, γεμίζει με τη βία το στόμα του Μάριου με τυροπιτάκια για να γελάσει, χρησιμοποιεί τις γυναίκες ως σκεύη ηδονής και μένει άπραγος με άδεια χέρια όταν απολύεται από την ασφαλιστική εταιρεία, όπου εργάζεται, καθώς δε γνωρίζει να εξασκεί κανένα άλλο επάγγελμα. Ο Οδυσσέας ενσαρκώνει το πληγωμένο παιδί που στερήθηκε τη μητέρα του και χρησιμοποιεί το μίσος και την αγριότητα ως ασπίδα προφύλαξης της τραυματισμένης ψυχής του. Πληγώνει τους άλλους ακριβώς επειδή πονάει βαθιά ο ίδιος αναμένοντας να εισπράξει έτσι μια νοσηρή ικανοποίηση.

Ο Γιάννης: Ο άλλος συνομήλικος φίλος της αντροπαρέας. Δικηγόρος και παντρεμένος με τη Μαρίνα. Προσπαθεί εδώ και καιρό να αποκτήσει παιδί μαζί της κυρίως γιατί το επιθυμεί όσο τίποτα εκείνη. Καθώς όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, απελπίζεται και φθάνει στο σημείο να αναζητά σπέρμα από άλλους άντρες και συγκεκριμένα από τους δύο φίλους του. Είναι ίσως ο πιο συγκροτημένος και πιο ακέραιος απ’ όλους καθώς έχει χαράξει μια πορεία πιο «καθώς πρέπει», πιο συμβατική, «πιο φυσιολογική» (νομική επιστήμη – γάμος – στόχος η οικογένεια). Πώς όμως ορίζεται το φυσιολογικό; Ατάκα που ακούμε να λέγεται και στο έργο και ρητορικό ερώτημα που μάλλον τελικά δεν έχει ξεκάθαρη απάντηση.

Ο Αποστόλης: Ο προπονητής των κάποτε παικτών του μπάσκετ ή αγγλιστί ‘’coach’’. Θεματοφύλακας των ηθικών και πνευματικών αξιών τόσο που υπενθυμίζει με αυστηρό πατρικό τρόπο στον Οδυσσέα τον καθοριστικό ρόλο του ντροπαλού κατά τα άλλα Μάριου στο παιχνίδι τους και τόσο που η αντίδρασή του σε αποκάλυψη που προσβάλλει την ηθική του ως πατέρα αποβαίνει μοιραία. Είναι το πρόσωπο που εξισορροπεί τις σχέσεις των τριών φίλων – παικτών αλλά και ο άνδρας που παρότι αγαπάει τη σύζυγο και το παιδί του, αναζητάει και τον με ανταλλάγματα έρωτα ενώ αργότερα διατηρεί μια διπλή ζωή η οποία θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της «νόμιμης» οικογένειάς του.

Η Ειρήνη: Η αποκλειστική νοσοκόμα της Αλέκας. Πολύ νέα σε ηλικία, υπέρ το δέον υποστηρικτική, πάντοτε διαθέσιμη και υπομονετική τόσο με την ασθενή της όσο και με την παραξενιά του Μάριου. Επαινεί τον τελευταίο για το ήθος του τόσο στη μητέρα του όσο και στον ίδιο προτρέποντάς τον να δημιουργήσει μια όμορφη οικογένεια. Εντοπίζει πρώτη το ημερολόγιο της Αλέκας τις ώρες που της αφιερώνει στο διάβασμα και μαθαίνει τα πάντα για το παρελθόν της οικογένειας.

Η Φανή: Η εκτός γάμου μη αναγνωρισμένη κόρη του Αποστόλη. Λίγο πριν τα δεκαοκτώ της, απελευθερωμένη, χωρίς ενδιαφέρον για τα υλικά αγαθά και τις κληρονομιές, απολαμβάνει από νωρίς τον έρωτα και δεν το κρύβει. Την ελκύει εν τούτοις η σεμνότητα του Μάριου κι όχι τελικά η άνευ ορίων τόλμη του Οδυσσέα.

Η ΠΟΛΥΣΗΜΙΑ ΤΟΥ ΟΡΟΥ «ΚΟΥΔΟΥΝΙ»

Ο Δημήτρης Αλεξίου, εκτός από την άριστη πλοκή που επιτυγχάνει, παίζει αριστοτεχνικά και με τις λέξεις. Το «κουδούνι» χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως και αντιστοιχεί πότε στο κουδούνι που φοράει για λειτουργικούς λόγους η Αλέκα, πότε στο κουδούνι που χτυπούσαν οι πελάτες της μητέρας του Μάριου μα και στο κουδούνι που χτυπά η δασκάλα του για να συστήσει ψυχολόγο στη μητέρα του, παλιότερα, στο μακρινό παρελθόν. Αντιστοιχεί ακόμη πότε στο κουδούνι που ακούγεται στην πόρτα του σπιτιού του Μάριου ή ακόμα και στο τηλέφωνο απ’ όπου εκείνος ενημερώνεται για συνταρακτικά νέα. Είναι τέλος το κουδούνι που χτυπάει ο Αποστόλης ενώ η Φανή συνευρίσκεται ερωτικά με τον Οδυσσέα.

Το «κουδούνι» λοιπόν γίνεται συνώνυμο και σήμα-κατατεθέν του εφιάλτη, της ανθρώπινης ανεπάρκειας και ανημπόριας, της μοναξιάς και της δυστυχίας.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ

Σκηνοθετημένη από τον ίδιο τον συγγραφέα (ο οποίος εμπλέκεται πολυδιάστατα σ’ αυτήν), η παράσταση διακρίνεται για τη ζωντάνια της και το μεράκι των συντελεστών της. Στα μάτια τους καθρεπτίζεται η αγάπη για το θέατρο αποδεικνύοντας ότι «καλό» θέατρο δεν παρακολουθεί κανείς μόνο σε «μεγάλες» σκηνές από γνωστούς ηθοποιούς.

Έργα σαν «ΤΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙ» μας επιτρέπουν δικαιωματικά να είμαστε υπερήφανοι για τη σύγχρονη ελληνική δραματουργία.

Ειδική μνεία οφείλουμε στην εξαιρετική ερμηνεία του ρόλου του Οδυσσέα και στη μουσική επένδυση της παράστασης που την καθιστά αισθητικά μοναδική.

 

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Κείμενο – σκηνοθεσία: Δημήτρης Αλεξίου

Βοηθός σκηνοθέτη: Άντα Ανδρούτσου

Σκηνικά: Σταμάτης Ζέρβας

Κατασκευή σκηνικών: Γιώργος Χάιντας, Δημήτρης Μαμάι, Αλέξανδρος Πέτοβας

Φωτισμοί: Δημήτρης Αλεξίου

Φωτογραφίες: Γιώργος Νίκογλου

Βίντεο: Νεκτάριος Θεοδώρου

Graphic design: Δήμητρα Καραγιάννη

Πρωτότυπη μουσική επένδυση: Βαγγέλης Σερίφης

Επικοινωνία: Acerinta, acerinta@yahoo.gr

Εκτέλεση παραγωγής: Κωνσταντίνος Πλατής

 

Το ομώνυμο τραγούδι της παράστασης ερμηνεύει η Αθηνά Πανταζή σε στίχους Κατερίνας Ξαναλάτου, μελωδία του Δημήτρη Αλεξίου και παραγωγή- ενορχήστρωση Βαγγέλη Σερίφη

 

Παίζουν: Απόστολος Βαρναβέλιας, Κατερίνα Ξαναλάτου, Βασίλης Λαδικός, Γιώργος Χάιντας, Βαρβάρα Ραμπαούνη, Γεωργία Προκοπίου. Φιλική συμμετοχή: Βασίλης Μουτσόπουλος

Διάρκεια 105’

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

 


ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΣΧΑ

του Γουίλιαμ Νίκολσον

ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΓΩ

Ελευσινίων 15, Μεταξουργείο

 

Κυριακή, 19 Δεκεμβρίου 2021

Ώρα 18.30

 Δραματολογική ανάλυση και κριτική παράστασης

της Μαρίνας Αποστόλου


«Μήπως τελικά η ζωή όλων μας είναι γελοία;»

 

Πόσο εύκολο και συνάμα σύνηθες είναι το διαζύγιο μετά από 34 χρόνια σύμπλευσης δύο ανθρώπων; Βοηθάει σε αυτή την απότομη στροφή η συνειδητοποίηση της αλήθειας; Η ενδοσκόπηση; Ο απολογισμός μιας ολάκερης ζωής ή ακόμη και η είσοδος ενός τρίτου προσώπου;

Ο Έντουαρντ και η Άλις είναι σύζυγοι εδώ και 33 χρόνια. Μαζί έχουν αποκτήσει έναν γιο, τον Τζέιμι που είναι αρκετά μεγάλος ώστε να κατοικεί στο δικό του διαμέρισμα.

Ο Έντουαρντ είναι καθηγητής ιστορίας στο Λύκειο ενώ εμπλέκεται και για λίγες ώρες στο μάθημα της θεολογίας. Αυτό δίνει το έναυσμα στη θρησκευόμενη ποιήτρια γυναίκα του την Άλις να του μιλά για τον Θεό. Εκείνος δεν αποδέχεται την ύπαρξή του, άποψη που συμμερίζεται και ο Τζέιμι. Κλεισμένος στα βιβλία της ιστορίας, πεδίο ενδιαφέροντος που τον γοητεύει διαχρονικά, νιώθει να ασφυκτιά στη συμβίωσή του με την Άλις χωρίς όμως να λεκτικοποιεί τη δυσφορία του. Αντίθετα, δηλώνει πως «όλα είναι καλά» αρκετά όμως άτονα και διόλου πειστικά. Καθισμένος στην καρέκλα του, σπιτόγατος με γυαλιά πρεσβυωπίας και ζακέτα, διαβάζει φωναχτά πολεμικές σκηνές από την αιματηρή υποχώρηση του Ναπολέοντα από τη Μόσχα (στο έργο ακούμε ότι από τους 400.000 στρατιώτες επέστρεψαν στη Γαλλία λιγότεροι από 20.000!), καπνίζει και ταυτόχρονα ακούει την Άλις να αντιδρά διότι ζητά απεγνωσμένα το ενδιαφέρον του.

Στην εναρκτήρια σκηνή του έργου τα τρία δραματικά πρόσωπα τα οποία παίρνουν σάρκα και οστά μέσα από τους Αιμιλία Υψηλάντη (Άλις), Φίλιππο Σοφιανό (Έντουαρντ) και Θύμιο Κούκιο (Τζέιμι), μας συστήνονται παραταγμένοι στο καλαίσθητο διαμέρισμά τους στο Λονδίνο. Εξ αρχής, δίδεται το στίγμα της μοναξιάς και του άγχους που αυτή προκαλεί ειδικά από μια ηλικία και μετά. Ο Έντουαρντ αφενός, ηφαίστειο που ετοιμάζεται να εκραγεί κι η Άλις αφετέρου απογοητευμένη με την απαξιωτική ιδέα που έχει ο πολύς κόσμος για τις γυναίκες της μέσης ηλικίας (την ακούμε να μιλάει για αγένεια καθώς μια γυναίκα της ηλικίας της είναι τόσο αδιάφορη λες και είναι αόρατη). Στη μέση αυτών των δύο ο γιος τους που έχει έρθει να τους δει υπομένοντας την κίνηση της μεγαλούπολης.

Η Άλις τραβάει την προσοχή του Έντουαρντ αναφερόμενη στον χαλασμένο της εκτυπωτή, εργαλείο απαραίτητο για την εκτύπωση της ποιητικής της ανθολογίας. Εν τούτοις, όπως την ενημερώνει και ο μοναδικός επιδιορθωτής τέτοιων συσκευών που κατάφερε να εντοπίσει στην αγορά, δεν είθισται πλέον κάτι να επισκευάζεται αλλά μάλλον να αποσύρεται για να αγοραστεί ένα νέο προϊόν που κάνει την ίδια επιθυμητή εργασία… Η Άλις όμως, πιο ρομαντική επιμένει στην προσπάθεια της επιδιόρθωσης κι όχι της απόκτησης ενός καινούργιου μηχανήματος, στοιχείο που παραλληλίζεται με τις ανθρώπινες σχέσεις και στη συγκεκριμένη περίπτωση με τη σχέση της με τον άνδρα της.

Ο Έντουαρντ συνεχίζει με το βιβλίο του παρατηρώντας την ανελέητη συμπεριφορά των ανθρώπων σε συνθήκη έκτακτης ανάγκης, όπως αυτή του πολέμου. Εκθειάζει τη ζωή που διάγει ο γιος τους καθώς μένει μόνος του χωρίς τις υποχωρήσεις που απαιτεί η συμβίωση σε καθημερινό επίπεδο ακόμα και για τα πιο απλά πράγματα. Η Άλις εκ νέου διαφωνεί και τού θυμίζει το ταξίδι που πραγματοποιήσανε μαζί στην Ινδία στα νιάτα τους… Την προσεχή Πέμπτη είναι η επέτειός τους. Ο Έντουαρντ δείχνει μάλλον κυνικός ενώ η Άλις προσπαθεί να εκμαιεύσει και πάλι μια όμορφη ιδέα για τον εορτασμό της επετείου ίσως σε κάποιο εστιατόριο. Κάνει τα πάντα για να του ελκύσει το ενδιαφέρον όπως για παράδειγμα τού χάνει τη σελίδα από το βιβλίο που με αφοσίωση τόση ώρα εκείνος διαβάζει ή του θέτει πιο πρακτικά ζητήματα όπως το χαλασμένο σιφόνι το οποίο ο Έντουαρντ έχει αμελήσει να φτιάξει ή ακόμα και τον κατηγορεί για τη συνήθειά του να παίζει σταυρόλεξα.

Το θέμα της πίστης στο Θεό επανέρχεται. Η Άλις καλεί τον γιο της να πάνε μαζί στη Λειτουργία της Εκκλησίας. Ο Τζέιμι σταθερός στην άποψή του τη ρωτά πώς γίνεται, εφόσον ο Θεός είναι υπαρκτός, να ζουν σε εξαθλίωση τόσοι άνθρωποι στον κόσμο ενώ ο Έντουαρντ συμπληρώνει ότι ο Θεός έπλασε τους ανθρώπους ελεύθερους και ακριβώς στο πλαίσιο αυτής της ελευθερίας οι άνθρωποι μπορούν και βλάπτουν ο ένας τον άλλον. Για τον Τζέιμι ο Παράδεισος δεν είναι παρά μια επινόηση ώστε να υφίσταται πάντα μια ελπίδα πως κάτι ενδέχεται να αλλάξει… Ο φωτισμός χαμηλώνει κι η σκηνή αλλάζει.

Ο Έντουαρντ φανερά κουρασμένος και βαρύς διαβάζει την εφημερίδα του. Στη Λειτουργία δεν πρόκειται να έρθει με την αιτιολογία ότι έχει να βαθμολογήσει τα γραπτά των μαθητών του. Δηλώνει πως δεν αισθάνεται καλά διότι θεωρεί πώς ό,τι πράττει είναι λαθεμένο. Η Άλις επιζητά απεγνωσμένα επικοινωνία, αποκαλεί τον Έντουαρντ δειλό, τον μέμφεται πως υπεκφεύγει επιλέγοντας την «εύκολη λύση» από την οποία απουσιάζει η ειλικρίνεια που για εκείνη μετράει πιο πολύ από την απλή χαρά σε ένα γάμο. Οι δύο σύζυγοι μιλούν παράλληλα χωρίς βλεμματική επαφή. Εκείνη μετά τον χαστουκίζει και του τονίζει πως είναι μέρος του προβλήματός της. Νευρικός κι αμήχανος, ο Έντουαρντ πάει να ετοιμάσει πρωινό για την επομένη ενώ επεμβαίνει ξανά ο γιος τους σε ρόλο εξισορροπιστή. Κάπου εκεί η Άλις θυμάται την αγωνία που έχει ως μητέρα για το γιο της κι εκφράζει την ανησυχία της για τη ζωή του. Τον αποκαλεί «όμορφο» γιατί «ξέρει τι λέει η μαμά» αλλά πάντα ο σύζυγός της είναι το πρώτιστο μέλημά της: δεν μπορεί να διανοηθεί τη ζωή της μακριά του. Με σύμμαχο τη δύναμη της ποίησης, εκφράζει διαρκώς το συναισθηματικό της κόσμο ενώ προκειμένου να κάνει τον Έντουαρντ να της δώσει σημασία φτάνει στα άκρα. Τον αιφνιδιάζει στο χώρο εργασίας του για ασήμαντη αφορμή και φθάνει μάλιστα στο σημείο να γυμνώνεται σε ένα γήπεδο για να τον κάνει απλά να την κοιτάξει! Ο γιος πάλι αναρωτιέται πώς αυτοί οι δύο άνθρωποι παντρεύτηκαν κι ο πατέρας του επικαλείται το αξέχαστο ταξίδι τους στην Ινδία και την γοητευτική σχέση της γυναίκας του με την ποίηση. Παραδέχεται πως τού φώτισε την μέχρι τότε για αυτόν αθέατη όψη της ζωής.

Παρόλα αυτά, ο ‘Εντουαρντ είναι αποφασισμένος να φύγει από το σπίτι. Είναι αδύνατον να κάνει την Άλις ευτυχισμένη ενώ έχει ήδη συνάψει ερωτική σχέση με τη μητέρα ενός μαθητή του, την Άντζελα. Μάλιστα, τον ακούμε να λέει ότι έχει μαζέψει κιόλας τα πράγματά του, γεγονός που εξομολογείται στον Τζέιμι. Προτού προβεί σε αποκαλύψεις στην Άλις, τής προτείνει έναν καινούργιο εκτυπωτή ως δώρο για την επέτειό τους ενώ εκείνη του υπενθυμίζει το απαραίτητο σέρβις του αυτοκινήτου πριν πιάσουν τα μεγάλα κρύα. Το ζήτημα της συντήρησης και της νέας αρχής τίθενται και πάλι με σύμβολα τα παραπάνω υλικά στοιχεία: εκτυπωτής – αυτοκίνητο.

Η Άλις χρειάζεται επιβεβαίωση και αισιοδοξεί ότι ο γάμος τους μπορεί να αναπνεύσει και να επιβιώσει. Ο Έντουαρντ όμως πιστεύει ότι οι δυο τους είναι εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι. Δεν μπορεί να της φανεί χρήσιμος όσο κι αν εκείνη θεωρεί πως ακόμα μπορούν να πετύχουν ως σύζυγοι. Στο σημείο αυτό τής ανακοινώνει τη σχέση του με την Άντζελα περιγράφοντας την από δύο μηνών γνωριμία τους στο σχολείο με αφορμή ένα πρόβλημα του γιου της. Η Άλις τον αποκαλεί προδότη, απαιτεί να διακόψει τη σχέση του αναφερόμενη και πάλι στην ανάμνηση της Ινδίας… Τον παρακαλεί ευθέως ζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία επί ματαίω. Ο Έντουαρντ εν τούτοις δεν αναθεωρεί και της δηλώνει ότι θα της παραχωρήσει το σπίτι που μένουν. Ο Τζέιμι λυπάται γι’ αυτήν την τροπή κι αναλαμβάνει ένα νέο ρόλο: εκείνο του διαμεσολαβητή – αγγελιαφόρου μεταξύ των δύο γονέων του. Ο Έντουαρντ είναι κατηγορηματικά αρνητικός διότι, όπως λέει ξεκάθαρα, θέλει να ζήσει. Η πρώην πια γυναίκα του εκλιπαρεί για μια δοκιμαστική περίοδο χάριτος ενώ όταν βλέπει ότι εκείνος δεν ενδίδει τον χαρακτηρίζει δειλό σαν τους στρατιώτες που υποχώρησαν από τη Μόσχα… τον αποκαλεί επίσης δολοφόνο σε ένα σκοτωμό χωρίς αίμα ενώ συνεχίζει να τον ενοχλεί στο τηλέφωνο με αποτέλεσμα ο τελευταίος να αλλάξει αριθμό ενημερώνοντας σχετικά μόνο τον γιο τους.

Η Άλις μένει μόνη λοιπόν φοβούμενη το γήρας και τη μοναξιά. Δε θέλει παρόλα αυτά να την οικτίρει το παιδί της. Ο Έντουαρντ από τη μεριά του είναι ερωτευμένος και δε σκοπεύει να γυρίσει πίσω. Τότε, ενθυμούμενος το παρελθόν, ανατρέχει στην ημέρα που γνώρισε τη γυναίκα του… Μέσα από ένα συγκινητικό μονόλογο αναπολεί εκείνη την ημέρα πριν από 34 χρόνια, όταν σε μια αποβάθρα τρένου πέρασε έναν άλλο άνδρα για τον εδώ και τέσσερις μήνες αποθανόντα πατέρα του… ήταν η στιγμή που τον πρόσεξε και τον προσέγγισε η Άλις… Τρυφερή καθώς ήταν μαζί του τον άγγιξε μέσα από την ποίηση και υποκατέστησε έτσι την αγάπη που δεν είχε πάρει από τον πατέρα του. Ο Έντουαρντ προφανώς επιβιβάστηκε στο λάθος τρένο κι έζησε για τρεισήμισι δεκαετίες σε ένα γάμο «εν υπνώσει». Η γνωριμία τους ήταν λάθος. Παραπέμπει μάλιστα σε ένα ποίημα αναφορικά με τη Μαρία τη Μαγδαληνή και το Χριστό: «Η μόνη αλήθεια το όνειρο μέσα μας… το πνεύμα πάντα έπεται… το άγγιγμα προέχει». Η Άντζελα αποτελεί για τον Έντουαρντ την επάνοδό του στη ζωή. Την τελευταία του ευκαιρία να πάρει τη ρεβάνς.

Η Άλις αποφασίζει να κάνει μια νέα αρχή. Υιοθετεί σκύλο και τον ονομάζει Έντουαρντ. Βγαίνει στην αγορά του Λονδίνου και ανανεώνει εντυπωσιακά την γκαρνταρόμπα της σε βαθμό που ο γιος της την αποκαλεί «κλόουν» και της μηνύει ότι το κατοικίδιο είναι ένα υποκατάστατο του πρώην συζύγου της. Είναι Κυριακή, ημέρα όπου τα μαγαζιά ανοίγουν κανονικά στο Λονδίνο αλλά και ημέρα όπου οι διαλυμένες οικογένειες ξανασμίγουν. Μέσα στην παράνοια της απογοήτευσής της βρίσκει ελάχιστο χώρο και χρόνο να αναφερθεί και στη μοναξιά του γιου της…

Ο Έντουαρντ την επισκέπτεται με τα ανάλογα έγγραφα. Το σπίτι θα γίνει δικό της, όπως της έχει υποσχεθεί. Την καλεί λοιπόν σε ένα φιλικό διακανονισμό. Εκείνη δε δέχεται να υπογράψει και τον περιπαίζει λέγοντάς του ότι ως χήρα θα είναι πιο ευκατάστατη αφού θα κληρονομήσει όλα του τα περιουσιακά στοιχεία όπως επίσης θα εξασφαλιστεί και μέσω της σύνταξής του. Του τονίζει πως ένα ζευγάρι που έχει παιδί δε χωρίζει ποτέ πραγματικά ενώ ο Τζέιμι προτιμά να μείνει ουδέτερος αν και την συμβουλεύει να υπογράψει τελικά. Η Άλις αυτοταπεινώνεται ξανά υποσχόμενη πως αν γυρίσει πίσω ο Έντουαρντ θα είναι η πιο στοργική και καλή σύντροφος.

Ο πρώην άντρας της ωστόσο δεν πτοείται. Δε θέλει, όπως ξεκαθαρίζει, να είναι σκληρός αλλά μεγάλωσε χωρίς επιθυμίες με γνώμονα πάντα τις επιθυμίες των άλλων εννοώντας φυσικά, για μια ακόμη φορά, ότι ήρθε η ώρα να ζήσει έστω και την ύστατη στιγμή.

Το πρόβλημα της μοναξιάς και της ανεπάρκειας και πάλι στο προσκήνιο. Η Άλις λύνει τα μαλλιά της… ο σύζυγος είναι σημείο αναφοράς. Για ποιον να μαγειρέψει μια γυναίκα, για ποιον να γίνει όμορφη όταν δεν υπάρχει σύντροφος να την κοιτάξει; Στην περίπτωση αυτή ομοιάζει με μια γριά καρακάξα… είναι χειρότερο κι απ’ το μα πεθαίνεις, όπως την ακούμε να παραληρεί. Τότε είναι που ξεκινά η επιστροφή από τη Μόσχα. Ένας δρόμος μακρύς, εξαντλητικός. Θα επιλέξει άραγε τελικά η Άλις να ξαπλώσει στο χιόνι και να ξεψυχήσει εκεί;

Ο Τζέιμι σε μόνιμο ρόλο μεσάζοντα αναγνωρίζει την υποχρέωσή του να στηρίξει τη μητέρα του ψυχολογικά σεβόμενος πάντα τη στάση του πατέρα του. Είναι όμως κι αυτός άνθρωπος με προβλήματα στη ζωή του και στην εργασία του. Η μοναξιά αφορά και αυτόν, γεγονός όμως που επισκιάζεται από το διαζύγιο των γονέων του. Ο πατέρας του τού προτείνει ως λύση να την βάλει σε θέση αρωγού ως προς το άτομό του με στόχο να αποπροσανατολίσει τη σκέψη της. Αυτό ακριβώς κάνει ο Τζέιμι φωνάζοντάς της ότι η συμπεριφορά της τον αφορά κι ότι ο άνθρωπος οφείλει να προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα. Εκείνη τη στιγμή τής δηλώνει συμπαράσταση και θεωρεί τον πατέρα του προδότη, ένα σύμμαχο που αποδείχτηκε τελικά εχθρός. Και τότε είναι που ο Έντουαρντ παρομοιάζει τον γάμο του με την υποχώρηση από τη Μόσχα: γιατί οι επιζώντες σε έναν πόλεμο να νιώθουν ενοχή; Πιο το νόημα να πεθάνουν όλοι; Είτε το θέλουμε είτε όχι, θα επιβιώσουν οι πιο δυνατοί.

Η Άλις νιώθει θύμα, ο Έντουαρντ όμως αισθάνεται δυνατός. Η Άλις δεν είχε ποτέ της σκεφθεί ότι το σταυρόλεξο που έπαιζε ο πρώην άντρας μπορεί και να τον ηρεμούσε μετά από μια δύσκολη μέρα… εν ολίγοις, δεν είχε αναλογιστεί τις ανάγκες του. Αντίθετα, η Άντζελα όχι απλά σέβεται το χόμπι του αλλά τον βοηθάει κιόλας στην επίλυσή του. Το νέο ζευγάρι σχεδιάζει να μετακομίσει σε άλλη πόλη της Αγγλίας, κοντά στους γονείς της Άντζελας, γεγονός που ακόμα αγνοεί η Άλις… Η τελευταία έχει αρχίσει να εργάζεται για λογαριασμό μιας ομάδας υποστήριξης ομοφυλόφιλων ατόμων που πιστεύουν πως πάσχουν από HIV. Η ασχολία αυτή συνιστά για την ίδια μια μορφή ψυχοθεραπείας. Μάλιστα, έχει μιλήσει για τον γιο της στα άτομα που υποστηρίζει και έχει λάβει την απάντηση πως πιθανόν και εκείνος είναι gay, πράγμα που δεν διστάζει να του αποκαλύψει. Εκείνος, αποκρούει ήρεμα το ενδεχόμενο αυτό και εκεί της ανακοινώνει την επικείμενη μετακόμιση του Έντουαρντ.

Πώς θα διαχειριστεί το νέο αυτό η Άλις; Ψύχραιμα ή βίαια; Η βία είναι υποκατάστατο της δύναμης κι όταν κάποιος στερείται αυτής καταφεύγει στη βία. Γιατί λοιπόν ακονίζει στη συνέχεια το μαχαίρι της η Άλις; Τι θα πει στον Έντουαρντ στην επίσκεψη που θα του κάνει; Ποιον δρόμο θα επιλέξει; Της αυτοκαταστροφής ή της αξιοπρέπειας;

Στο καλαίσθητο θέατρο ΑΡΓΩ, όπου η ευγένεια και η προσήνεια περισσεύουν, μπορεί ένας θεατρόφιλος να περάσει ένα πολύ όμορφο απόγευμα. Το έργο Υποχώρηση από τη Μόσχα του Γουίλιαμ Νίκολσον (να σημειώσουμε πως είχε προταθεί για βραβείο Τόνυ) ανήκει μάλλον στο είδος του ρεαλισμού με λεπτές αποχρώσεις χιούμορ. Η εξαιρετική σκηνοθεσία και η μετάφραση ανήκουν στον Αλέξανδρο Κοέν (με τρεις βοηθούς: τον Αλέξανδρο Μπιάγκη, τη Μαρίνα Σκούρα και τη Χριστίνα Σταματάτου) ο οποίος χωρίς υπερβολές κατάφερε να μεταμορφώσει τον Φίλιππο Σοφιανό σε μεσήλικα που επιτέλους κάνει την επανάστασή του και την Αιμιλία Υψηλάντη στην πανικοβλημένη εγκαταλελειμμένη σε μεγάλη ηλικία γυναίκα. Στη μέση τοποθέτησε τον Θύμιο Κούκιο που ως μοναχοπαίδι κλήθηκε να σηκώσει το ψυχολογικό βάρος του διαζυγίου των γονέων του μετά από πολλά χρόνια έγγαμου βίου.

Η Αιμιλία Υψηλάντη, μια σπουδαία κυρία του θεάτρου και της τέχνης, που μεγάλωσε πολλές γενιές θεατών με την γλυκύτατη χαρακτηριστική φωνή της, την οποία διατηρεί έως σήμερα, έδωσε τον καλύτερό της εαυτό πάνω στη σκηνή αξιοποιώντας το υποκριτικό ταλέντο της αλλά και την πολυετή πείρα της. Τα δάκρυα της συγκίνησής της ως Άλις που πρέπει να πατήσει γερά στα πόδια της για να συνεχίσει μόνη της τη ζωή της το αποδεικνύουν περίτρανα.

Ο Φίλιππος Σοφιανός, επίσης πολύπειρος ηθοποιός, κατάφερε να βγάλει προς τα έξω όλη την κούραση και τον κορεσμό του μεσήλικα άνδρα που ερωτεύθηκε σε μεγάλη ηλικία συνειδητοποιώντας ότι επί πολλά χρόνια ταξίδευε στο «λάθος τρένο». Η ερμηνεία του ήταν σωστή και μετρημένη.

Ο Θύμιος Κούκιος, ως γιος, έπεισε για το μεγάλο εκείνο παιδί που ενώ έχει φύγει από την οικογένειά του, ζει μόνος του και εργάζεται αντιμετωπίζοντας τις προσωπικές του δυσκολίες αλλά εν τούτοις αναλαμβάνει αναπόφευκτα το ρόλο διαιτητή ανάμεσα σε δύο ταραγμένους παίκτες.

Οφείλουμε να εξάρουμε τα υπέροχα σκηνικά της Χριστίνας Κωστέα που συνέθεσαν το λονδρέζικο διαμέρισμα του δράματος του Νίκολσον. Το ίδιο θα θέλαμε να πούμε και για τα κουστούμια που η Κωστέα επέλεξε. Το φωτισμό επιμελήθηκε ο Αλέξανδρος Αλεξάνδρου και τη διακριτική μουσική ο Αντώνης Παπακωνσταντίνου, στοιχεία που συνέβαλαν σημαντικά στην ατμόσφαιρα της παράστασης.

 

Ταυτότητα παράστασης

 

Μετάφραση – σκηνοθεσία Αλέξανδρος Κοέν

Πρωταγωνιστές η Αιμιλία Υψηλάντη και ο Φίλιππος Σοφιανός.

Μαζί τους ο Θύμιος Κούκιος.

 

Σκηνικά-Κοστούμια: Χριστίνα Κωστέα

Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου

Μουσική: Αντώνης Παπακωνσταντίνου

Διεύθυνση παραγωγής: Άρτεμις Υψηλάντη-Ναπολέων

Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας

Βοηθοί σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Μπιάγκης, Μαρίνα Σκούρα, Χριστίνα Σταματάτου

Προβολή – Επικοινωνία θεάτρου ΑΡΓΩ: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου | Art Ensemble

 

Διάρκεια παράστασης: 90’