Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΠΕΡΑ ΟΧΘΗ

ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΠΕΡΑ ΟΧΘΗ

Θεατρικό κείμενο

Της Μαρίνας Αποστόλου

Πέντε ρόλοι:
1)Νίκος (48 ετών) φιλόδοξος διευθυντής παραρτήματος πολυεθνικής εταιρείας
2)Ευαγγελία (45 ετών), σύζυγος του Νίκου, ματαιόδοξη νοικοκυρά
3)Υπονοούμενος ρόλος ο 17χρονος γιος τους Αλέξης, μαθητής γ’ λυκείου
4)Υπονοούμενος ρόλος ο Ολλανδός επιθεωρητής, προϊστάμενος του Νίκου
5)Υπονοούμενος ρόλος η Άννα, φίλη της Ευαγγελίας

Δευτέρα πρωί, 7πμ, το ζευγάρι ξυπνά αφού έχει ακουστεί το ξυπνητήρι. Βρίσκονται δηλαδή στο κρεβάτι τους με τις πυτζάμες τους.

Ε:- Νικόλα μου… Νικόλα μου… ξύπνα, μωρό μου, σήκω αγόρι μου…
Ν:- Μμμ… Νιώθω πολύ κουρασμένος… Αδύνατο να σηκωθώ… (τεντώνεται, στριφογυρίζει στο κρεβάτι)
Ε:- Ξύπνα… έχεις μίτινγκ στις 9!
Ν:-Λες να μην το ξέρω; Όλη νύχτα δούλευα γι’ αυτό το μίτινγκ. Θα έρθει ο Ολλανδός σήμερα να μιλήσουμε. Θεέ μου! (τρίβει τα μάτια του)
Ε:- Δε σε φοβάμαι… τόσα χρόνια μέσα κει! Αν δεν ήσουν ικανός δε θα είχες προαχθεί σε κοτζάμ διευθυντή. Είσαι πολύ άξιος, αγάπη μου! Πιστεύω σε σένα και σε θαυμάζω! (τον χαϊδεύει) Έλα, σήκω τώρα. Εγώ πάω να φτιάξω πρωινό. Καφέ φίλτρου και τοστάκι.
Ν:- Μμμ… Αν δεν είχα και σένα να μ’ αγαπάς, να με εμψυχώνεις και να με φροντίζεις, δεν ξέρω αν θα ήμουν διευθυντής!
Ε:- Υπερβάλλεις. Διευθυντής έγινες όχι χάρη σε μένα αλλά χάρη στις ικανότητές σου. Χάρη στις σπουδές σου και στις φιλοδοξίες σου. Ενώ αν ήσουν ανθρωπάκι… θα σουν κανένας απλός λογιστής και τίποτ’ άλλο.
Εν τω μεταξύ η Ευαγγελία φοράει τη ρόμπα της και τις παντόφλες της. Ο Νίκος υποτίθεται ότι πάει να κάνει ντους.
Ν:-Αγάπη μου, πάω να κάνω ένα ντουσάκι να ξυπνήσω, να μυρίζω και ωραία.
Ε:-Πάντα κοκέτης! Όπως πρέπει σε ένα διευθυντή. Είμαι περήφανη για σένα.
Η Ευαγγελία πάει στην κουζίνα κι ετοιμάζει πρωινό. Ο Νίκος βγαίνει απ’ το μπάνιο και έρχεται για να πάρουν μαζί πρωινό.
Ν:-Ξύπνησε ο Αλέξης;
Ε:-Όχι ακόμα.
Ν:-Όχι ακόμα; Γιατί; Θα αργήσει. Θα χάσει και το σχολικό.
Εν τω μεταξύ τρώνε στο τραπέζι
Ε:-Δε θα χάσει τίποτα. Ξέχασες ότι σήμερα πάνε εκδρομή;
Ν:-Α, ναι. Κι ο Αλέξης δε θα πάει για να διαβάσει. Καλά λες.
Ε:-Εμ, μωρό μου. Ιατρική θέλουμε να μπει. Πώς! Άμα τρέχει στις εκδρομές στη γ’ λυκείου, κάηκε!
Ν:-Σήκωσέ τον πάντως γιατί άμα είναι να χάνει την εκδρομή για να κοιμάται, είναι δώρο άδωρον!
Ε:-Και βέβαια θα τον σηκώσω! Μόλις φύγεις, έχει εγερτήριο!
Ν:-Λοιπόν, αρκετά έφαγα. Φεύγω γιατί είναι κρίσιμη μέρα σήμερα.
Ε:-Να πας στο καλό! Καλή δύναμη!
Ν:-Τα λέμε το βράδυ. Άμα βρω κενό, θα σε πάρω τηλέφωνο. Φιλιά.
Ο Νίκος φεύγει. Πηγαίνει στο γραφείο όπου μετά από ώρες κουραστικού μίτινγκ με τον Ολλανδό, βρίσκεται στο γραφείο του και παίρνει τη σύζυγό του τηλέφωνο.
Ν:-Έλα, εγώ είμαι. Καλά, μια χαρά. Κούραση… αλλά νομίζω το μίτινγκ πήγε καλά. Μου βγαλε την ψυχή βέβαια… Έπρεπε να του δώσω λογαριασμό για όλες τις κινήσεις στην εταιρεία το τελευταίο τρίμηνο, με κάθε λεπτομέρεια. Είναι σκληρό καρύδι ο Ολλανδός, γι’ αυτό και τον έχουν κάνει και επιθεωρητή στα Βαλκάνια. Όσο για μένα, έπρεπε να φανώ αντάξιος των περιστάσεων. Κι έχω ένα κεφάλι… καζάνι σκέτο! Θα πάρω ενισχυμένο παυσίπονο!... Αλλιώς δεν μπορώ να συνεχίσω. Ο Αλέξης; Όλα καλά; Ήρθε ο βιολόγος; Κάνανε το ιδιαίτερο; Οκ, καλώς. Θα τα πούμε το βράδυ. Σ’ αγαπώ. Φιλιά.

Ο Νίκος επιστρέφει σπίτι στις 9 το βράδυ. Η Ευαγγελία έχει ετοιμάσει το αγαπημένο φαγητό του Νίκου ως δείπνο: φιλετάκια κοτόπουλο με κρέμα γάλακτος συνοδευόμενα από πιλάφι και λευκό κρασί Λήμνου.

Ε:-Καλώς τον!
Ν:-Καλησπέρα.
Ε:-Δώσμου το παλτό σου.
Ν:-Έλα, βρε Ευαγγελία. Δεν μπορώ να κρεμάσω το παλτό μου; Μη με κακομαθαίνεις τόσο.
Ε:-Αλίμονο! Πώς είσαι;
Ν:-Καλά αν και λίγο πτώμα… Τι μυρίζει έτσι ωραία;
Ε:-Σου φτιαξα το αγαπημένο σου φαγητό.
Ν:-Τα φιλετάκια; Μη μου πεις! Με την άσπρη σος και το ρυζάκι;
Ε:-Ναι κι έχω αγοράσει και κρασί Λήμνου, λευκό που σ’ αρέσει.
Ν:-Γιορτάζουμε κάτι;
Ε:-Θα πρεπε;
Ν:-Ξέρω γω; Τόσες ετοιμασίες… τέτοια φροντίδα… αν και δεν έχω παράπονο γενικά…
Ε:-Πλύνε τα χέρια σου και έλα.
Ν:-Το παιδί;
Ε:-Διαβάζει στο δωμάτιό του. Έφαγε πριν καμιά ώρα.
Ο Νίκος πηγαίνει λίγο στο μπάνιο κι η Ευαγγελία σερβίρει.
Ν:-Μου τρέχουν τα σάλια! Με ένα παλιοσάντουιτς απ’ το κυλικείο της εταιρείας είμαι όλη μέρα!
Ε:-Άλλη φορά να παίρνεις ταπεράκι. Θα στο ετοιμάζω εγώ. Κουράζεσαι πολύ. Δεν αρκούν το πρωινό και το βραδινό που παίρνεις εδώ.
Ν:-Λοιπόν; Πώς πήγε; Πώς ήταν σήμερα;
Ε:-Εδώ… με το παιδί… πήγα και λίγο σούπερ μάρκετ. Αυτά, τα ίδια, τα καθημερινά. Εσύ πες μου…
Ν:-Μμμ… πολύ νόστιμο το κρεατάκι! Μπράβο! Στην υγειά μας!
Ε:-Στην υγειά σου! (τσουγκρίζουν) Πώς πήγε με τον Ολλανδό;
Ν:-Όπως σου τα είπα στο τηλέφωνο. Πιεστικά.
Ε:-Δε μιλήσατε για σένα;
Ν:-Τι εννοείς;
Ε:-Για το μέλλον σου.
Ν:-Το μέλλον μου;
Ε:-Ναι, το μέλλον σου. Την εξέλιξή σου στην εταιρεία.
Ν:-Όχι, το μίτινγκ δεν αφορούσε στην εξέλιξή μου. Αλλά, τι θες να πεις; Να συζητήσουμε αν θα παραμείνω διευθυντής; Νομίζω ότι είναι αρκετά ευχαριστημένος απ’ την αφοσίωση και την απόδοσή μου.
Ε:-Όχι, εννοώ αν θα ανέβεις ακόμα πιο ψηλά. Αν θα προχωρήσεις, Νίκο μου.
Ν:-Να πάω πού;
Ε:-Να γίνεις κάτι ανώτερο. Γιατί όχι κι εσύ επιθεωρητής; Τρία χρόνια είσαι οικονομικός διευθυντής του παραρτήματος.
Ν:-Δηλαδή θες να πεις να ζητήσω εργασία στην Ολλανδία που είναι τα κεντρικά της εταιρείας;
Ε:-Κι αυτό ακόμα. Γιατί όχι; Το παιδί μας σε λίγο ενηλικιώνεται. Το Σεπτέμβριο θα ναι φοιτητής. Γιατί να μη ζούσαμε στο εξωτερικό όπου θα έβγαζες τα διπλά από δω και μάλιστα θα μπορούσαμε να προλειάνουμε το έδαφος και για τον Αλέξη μας; Ένα διδακτορικό ίσως εκεί… Ή ειδικότητα στην Ολλανδία ή σε όποιο άλλο δυτικό κράτος σε στέλνανε…
Ν:-Το πας μακριά. Μπορούμε να προσαρμοστούμε εμείς σε μια τέτοια χώρα; Ψυχρή από κάθε άποψη…
Ε:-Γιατί; Τι έχει μια τέτοια χώρα; Εδώ αντέχουμε στην Ελλάδα, μες την παρακμή.
Ν:-Καλά, μου προτείνεις να γίνουμε οικονομικοί μετανάστες πολυτελείας; Να παρατήσουμε τη χώρα μας και να μείνουν πίσω οι τεμπέληδες κι οι ξένοι για να απολαμβάνουν όσα εμείς κι η γενιά των γονιών μας έχει χτίσει τόσες δεκαετίες;
Ε:-Πολύ ρομαντικό σε βρίσκω! Κι έπειτα δε θα πάμε και για ανθρακωρύχοι!
Ν:-Κι έτσι να ναι… είσαι εσύ έτοιμη για μια τέτοια μετάβαση; Μια τέτοια αλλαγή;
Ε:-Τι έχω βρε Νίκο εγώ; Γιατί με υποτιμάς;
Ν:-Δε σε υποτιμώ αλλά δεν είμαστε 20 χρονών!
Ε:-Μια χαρά νέοι είμαστε!
Ν:-Κι ο Αλέξης; Θα θέλει κάποια στιγμή να ζήσει έξω;
Ε:-Ένας γιατρός δεν έχει σύνορα. Ειδικά αν η πατρίδα του δεν κάνει επιστήμη… Μα γιατί μου τα λες όλα αυτά; Μιλάς σαν κανένα φοβιτσιάρικο ανθρωπάκι. Ίσα-ίσα που θα έπρεπε να με συγχαρείς για τις ιδέες μου.
Ν:-Δε λέω. Χαίρομαι που σκέφτεσαι το μέλλον. Ειδικά του παιδιού.
Ε:-Και το δικό μας, Νίκο. 48 χρονών είσαι ακόμα. Δεν είσαι 70!
Ν:-Τα σκέφτεσαι καιρό αυτά;
Ε:-Τα σκέφτομαι από τότε που η Ελλάδα άρχισε να φθίνει.
Ν:-Ναι, αλλά εγώ δεν είμαι κανένας δημόσιος υπάλληλος. Πληρώνομαι ικανοποιητικά και στην ώρα μου και κάνω την καριέρα που θέλω.
Ε:-Πληρώνεσαι σήμερα κανονικά κι ικανοποιητικά. Αύριο ίσως η εταιρεία κάνει περικοπές, αν μειωθούν οι πωλήσεις. Ίσως κάνει περικοπές και από επιφύλαξη μπροστά σε ένα αβέβαιο μέλλον. Ίσως κλείσει και το παράρτημα εδώ στην Ελλάδα κι η αγορά τροφοδοτείται πια από την Τουρκία ή την Αλβανία. Νίκο, πρέπει να χουμε διορατικότητα! Η Ελλάδα ξεπέφτει και κανείς δε λέει να τη σώσει! Έχουμε παιδί, έχουμε εμάς! Σκέψου! Κι έπειτα γιατί να μην ανέβεις ακόμα πιο ψηλά; Μας φαντάζεσαι στο Άμστερνταμ; Σε μια ζεστή ξύλινη μεζονέτα κοντά σε κάποιο παγωμένο κανάλι; Κι εσύ όλο και πιο ψηλά… Πόσο θα ανοίξεις τον κύκλο σου! Τι καλό κόσμο θα γνωρίσεις εκεί!
Ν:-Σ’ έπιασε η ξενομανία σου;
Ε:-Δεν το πιστεύω ότι εσύ αντιδράς τόσο κυνικά! Δε θέλεις να πας πιο ψηλά, Νίκο; Θες να μείνεις στη μιζέρια σου;
Ν:-Μα δεν είμαι μίζερος!
Ε:-Ίσως γίνεις όμως. Νομίζεις δε θα μας πάρει η μπάλα εμάς; Νίκο, δεν πρέπει να μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια περιμένοντας την ήττα. Την πτώχευση και τυπικά πλέον, την ταπείνωση, την απαθλίωση. Πρέπει να περάσουμε έγκαιρα στην αντίπερα όχθη.
Ν:-Και η αντίπερα όχθη είναι τα κανάλια του Άμστερνταμ;
Ε:-Κόλλησες εσύ με την Ολλανδία!
Ν:-Κι εσύ με την ιδέα ότι το εξωτερικό είναι η γη της επαγγελίας!
Ε:-Δεν ξέρω αν το εξωτερικό είναι η γη της επαγγελίας, εδώ πάντως μετατρέπονται όλα σε κόλαση. Φοβάμαι. Τι ιατρική θα κάνει ο Αλέξης στην Ελλάδα, ε;
Ν:-Κάτσε να περάσει πρώτα.
Ε:-Θα περάσει! Είναι μαθητής του 20!
Ν:-Δεν αμφιβάλλω! Αλλά κάτσε να το δούμε πρώτα και βλέπουμε.
Ε:-Όταν θα θέλεις να δούμε, δε θα μπορούμε. Θα μας έχει στραβώσει η κακή μας μοίρα που αποδεχτήκαμε τόσο παθητικά. Η ακρίβεια, οι φόροι, η κατάρρευση βασικών δομών της κοινωνίας μας, Νίκο. Αν μία στο τόσο, μείνεις άνεργος, εγώ δε δουλεύω, θα βρεθούμε στο χωριό σου στην Πελοπόννησο να φυτεύουμε μαρούλια και να εκτρέφουμε κατσίκες! Θα μας ξεχάσουν όλοι!
Ν:-Ήσουν λαλίστατη απόψε, ομολογώ. Εγώ όμως είμαι ψόφιος κι αύριο έχω πολλή δουλειά που λόγω του μίτινγκ πήγε πίσω. Ήταν πολύ ωραίο το γεύμα. Σ’ ευχαριστώ…
Ο Νίκος σηκώνεται απ’ το τραπέζι, η Ευαγγελία μένει καθιστή να τον κοιτάζει αποσβολωμένη.

ΤΡΕΙΣ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ

Το ξυπνητήρι χτυπάει. Είναι πρωί. Ο Νίκος ξυπνάει ενώ η Ευαγγελία δεν είναι δίπλα του στο κρεβάτι. Σηκώνεται. Η Ευαγγελία παρακολουθεί πρωινό μαγκαζίνο στην τηλεόραση.
Ν:-Καλημέρα!
Ε:-Καλημέρα.
Ν:-Ξύπνησα και δεν ήσουν δίπλα μου.
Ε:-Ναι, δεν είχα ύπνο. Είχα κάτι σαν ταχυκαρδία. Έχω φτιάξει καφέ. Τα τοστ είναι έτοιμα. Μόνο την τοστιέρα να βάλεις στην πρίζα να ψηθούν.
Ν:-Εσύ δε θα πάρεις πρωινό;
Ε:-Δεν πεινάω και καφέ ήπια πριν, με συγχωρείς αλλά όπως σου πα έχω σηκωθεί από πολύ νωρίς.
Ν:-Τι λένε τα κανάλια;
Ε:-Τι να λένε; Για τα φάρμακα λένε. Τέρμα οι πιστώσεις! Φωνάζουν οι ηλικιωμένοι, και όχι μόνο οι ηλικιωμένοι δηλαδή. Αύριο οι φαρμακοποιοί απεργούν κι οι πάλαι ποτέ συμβεβλημένοι με τα διάφορα ταμεία υγείας γιατροί, από και δω και μπρος ιδιωτεύουν καθαρά, ζητούν κοινώς μετρητά απ’ τον κόσμο!
Ν:-Απ’ το κακό στο χειρότερο!
Ε:-Ο καθένας είναι άξιος της μοίρας του!
Ν:-Τι φταίνε μωρέ τα γερόντια;
Ε:-Είδα κι οι νεότεροι! Δεν αντιδρούν καν!
Ν:-Υπονοείς κάτι;
Ε:-Νίκο, δεν έχω όρεξη να κάνω αυτή τη συζήτηση. Τα χουμε ξαναπεί.
Ν:-Τι έχουμε ξαναπεί;
Ε:-Πλάκα κάνεις; Χτες, στην προγραμματισμένη τριμηνιαία συνάντησή σου με τον Ολλανδό, σού ανακοινώθηκε μείωση 7 τοις εκατό του μισθού σου και δεν ανησύχησες καθόλου.
Ν:-Κάνεις λάθος! Με πείραξε και μάλιστα πολύ. Δυο ώρες το διαπραγματεύτηκα.
Ε:-Και; Σαν το διαπραγματεύτηκες; Τι βγήκε; Η μείωση έγινε κι ούτε κουβέντα για προοπτικές εξέλιξης.
Ν:-Και πού το ξέρεις ότι αν του πρότεινα να δουλέψω στο εξωτερικό, η απάντηση θα ήταν θετική; Πού ξέρεις εσύ αν η εταιρεία διαθέτει θέσεις στο εξωτερικό και μάλιστα διευθυντικές όπως εσύ τις ονειρεύεσαι;
Ε:-Γιατί; Τον ρώτησες τι υπάρχει; Είμαι σίγουρη ότι δεν άνοιξες καν την κουβέντα! Νίκο, νομίζω ότι αυτή είναι η διαφορά μας πλέον. Ότι εγώ ονειρεύομαι ενώ εσύ έχεις πάθει μαλάκυνση εγκεφάλου!
Ν:-Δεν έχω όρεξη για τσακωμό πρωί-πρωί. Να, ακούω και το παιδί που ξύπνησε απ’ τη φωνή σου!
Ε:-Η ώρα του ήταν να σηκωθεί.
Ν:-Κι ήταν ανάγκη το ξύπνημά του να συνοδεύεται απ’ τις υστερίες σου; Πού ζεις τέλος πάντων; Σε ποια ουτοπία; Ένας οικονομικός διευθυντής είμαι όχι ο Θεός!
Ε:-Ένας οικονομικός διευθυντής με πολλά προσόντα άξιος να διοικήσει παράρτημα στη Δανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις Ηνωμένες Πολιτείες, παντού! Αρκεί να σαι αριβίστας ακόμα και θρασύς, αν χρειαστεί, Νίκο, κι όχι ηττοπαθής.
Ν:-Ηττοπαθής εγώ; Που έφτυσα αίμα για να γίνω ό, τι έγινα; Ξεχνάς πώς ήμασταν όταν παντρευτήκαμε;
Ε:-Βλέπω πώς ζούμε τώρα. Το επόμενο τρίμηνο ίσως έχεις κι άλλη μείωση. Αν το παιδί περάσει σ’ άλλη πόλη, τι θα του πούμε; Δεν πας να σπουδάσεις ιατρική; Ανήκουστο! Λες κι είναι κανένα ΤΕΙ της κακιάς ώρας; Ποιος θα τον στηρίξει οικονομικά;
Ν:-Για το παιδί έχουμε προνοήσει.
Ε:-Δεν αρκούν αυτά που έχουμε! Η ιατρική είναι πολλά χρόνια.
Ν:-Του χω κάνει ασφάλεια ιδιωτική και το ξέρεις. Δεν τον έχω έτσι, ό, τι βρέξει, ας κατεβάσει! Έλα, Εύα μου, ηρέμησε. Και κόψε και λίγο αυτές τις ειδήσεις. Θα σε αποτρελάνουν οι δημοσιογράφοι. Πάω να ντυθώ μην αργήσω. (Της δίνει φιλί στο μάγουλο)
Ε:-Έτσι μου ρχεται να πάω στα ξαδέρφια μου στο Σικάγο!
Ν:-Μπα! Και τι θα κάνεις εκεί; Φιλοξενούμενη μέχρι να βρεις καμιά δουλειά ως γκαρσόνα ή στην καλύτερη ως γραμματέας;
Ε:-Έχω κι εγώ πτυχίο, σου θυμίζω! Αν σ’ αρέσει να με υποβιβάζεις, κάντο. Εγώ όμως έχω αρχίσει να κουράζομαι.
Ν:-Γιατί; Άσχημα περνάς με μένα;
Ε:-Νιώθω ανασφάλεια.
Ν:-Και στο Σικάγο θα ‘’ασφαλιστείς’’; Εύα, ηρέμησε. Κάνε υπομονή και θα δούμε.
Ε:-Υπομονή!... Καλή σου μέρα, Νίκο. Θα πάω εγώ το παιδί σήμερα στο σχολείο. Θέλω να ρωτήσω για την πρόοδό του.
Σηκώνεται απ’ τον καναπέ, πηγαίνει να ντυθεί, η σκηνή κλείνει.

ΤΡΕΙΣ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ

Ημέρα ανακοίνωσης αποτελεσμάτων πανελληνίων εξετάσεων. Ο Αλέξης καταφέρνει να περάσει στην ιατρική Πάτρας. Στο σπίτι χαρές και γέλια, τηλεφωνήματα για συγχαρητήρια. Η Ευαγγελία μιλάει στο τηλέφωνο με μια φίλη της που την πήρε για να τη συγχαρεί.

Ε:-Σ’ ευχαριστώ, Άννα μου. Να σαι καλά, ευχαριστώ. Κι εγώ εύχομαι στο Γιώργο σου για του χρόνου καλή δύναμη και καλή επιτυχία! Ναι, ναι! Ο Νίκος είδε τα αποτελέσματα στο ίντερνετ. Ναι, ξέραμε βέβαια τους βαθμούς καιρό τώρα αλλά άλλο να δεις το όνομα του παιδιού σου στο site του Υπουργείου Παιδείας: Αλέξιος Λογοθετόπουλος-Ιατρική Πάτρας. Ναι, έχουμε τρελαθεί απ’ τη χαρά μας! Είναι καλός μαθητής φυσικά. Αλλά κι εμείς του προσφέραμε τα μέγιστα. Ιδιωτικό σχολείο απ’ το νηπιαγωγείο, ιδιαίτερα μαθήματα, ψυχολογική συμπαράσταση, τα πάντα! Τα ξέρεις τώρα. Σ’ ευχαριστώ… Κι εσύ, Άννα μου… Γεια σου, γεια σου.

Κλείνει το ακουστικό κι αμέσως καλεί το Νίκο.

Ε:-Έλα εγώ είμαι πάλι. Τι να γίνει; Έχουν σπάσει τα τηλέφωνα! Σκάσανε όλοι απ’ τη ζήλεια τους! Εμ, τι πιστεύανε; Ότι ο Αλέξης θα πέρναγε σε καμιά σχολή της σειράς μαζί με τις μετριότητες; Ναι, με πήρανε κι απ’ το σχολείο για συγχαρητήρια. Θα γίνει και τελετή βράβευσης την άλλη βδομάδα. Ναι, για τους επιτυχόντες μαθητές. Από τώρα σκέφτομαι τι να φορέσω, πώς θα χτενιστώ… Εσύ δε θα ρθεις νωρίτερα σήμερα; Νομίζω το απαιτεί η μέρα να κάνεις μιαν εξαίρεση. Ο Ολλανδός; Σήμερα; Έκλεισε κιόλας πάλι τρίμηνο; Δε μου χες πει τίποτα αυτές τις μέρες. Και θα σε κρατήσει πολύ; Μην το πας πάλι μέχρι αργά, βρε αγάπη μου. Να βγούμε έξω για φαγητό όλοι μαζί. Θα σε περιμένουμε, ε; Άντε, καλή συνέχεια!


Ο Νίκος επιστρέφει σπίτι μετά από πέντε ώρες. Σκυφτός και σκεφτικός.

Ε:-Καλώς τον! Άργησες βρε μωρό μου! Πού είσαι; Τελικά, ο Αλέξης βγήκε με κάτι συμμαθητές του. Λογικό άλλωστε. Έχουν χαρεί τόσο πολύ! Δεν μπορούσα να τον κρατήσω μέσα. Πάντως πρέπει να πάμε να φάμε όλοι μαζί σαν οικογένεια. Αύριο, τι λες; Να κλείσω κιόλας κάτι καλό, μην πάμε όπου κι όπου. Έναν τον έχουμε! Και δεν ήταν και λίγη κι η χαρά που μας έδωσε!... Μα γιατί δε μιλάς; Τι έχεις;
Ν:-Είχαμε μια μακρά συζήτηση με τον Ολλανδό.
Ε:-Τι είπατε; Για το οικονομικό τρίμηνο; Δεν πάει καλά η εταιρεία;
Ν:-Η εταιρεία μετακομίζει, Ευαγγελία. Στην Αθήνα θα μείνει ένα κατάστημα λιανικής πώλησης μόνο.
Ε:-Έτσι ξαφνικά; Κι η διοίκηση; Το προσωπικό; ΕΣΥ;
Ν:-Μου πε αν θέλω να πάω να δουλέψω στη Σόφια, πάλι ως διευθυντής.
Ε:-Στη Βουλγαρία;;;
Ν:-Ναι, με τα μισά λεφτά βέβαια. Αλλιώς…
Ε:-Αλλιώς τι, Νίκο;
Ν:-Αλλιώς άνεργος! Δρόμο, πόδι, πώς το λένε;
Ε:-Σ’ εκβίασε, ε; Λες και το ξέρα!!!
Ν:-Τι ήξερες μωρέ; Τι ήξερες;
Ε:-Μ’ αρέσει που σαι και ειδικός! Καλά, όταν εγώ σου μιλούσα για το οικονομικό ντόμινο, εσύ αγρόν ηγόραζες! Τώρα θα ήμασταν κάπου καλύτερα σε κανένα προηγμένο κράτος, όχι στη Βουλγαρία!
Ν:-Μην προτρέχεις χωρίς να ξέρεις! Το κουβέντιασα μαζί του, δεν υπάρχουν για μένα θέσεις σε δυτικό κράτος. Προηγμένο, όπως λες κι εσύ.
Ε:-Και το βιογραφικό σου; Η αξία σου; Η προσωπικότητά σου;
Ν:-Εύα μου, ξεχνάς το ρατσισμό και την ειρωνεία εις βάρος των Ελλήνων. Ακόμα και των διευθυντών. Γιατί να τοποθετήσουν εμένα ως διευθυντή κι όχι κάποιο Ολλανδό, Βέλγο, Γάλλο ή Γερμανό; Εύα, τα πράγματα δεν είναι όπως τα φαντάζεσαι κι η κακή εικόνα της Ελλάδας προς τα έξω, ενίοτε διογκωμένη… μόνο καλό δε μου κάνει…
Ε:-Και; Τι του απάντησες; Θα πας στη Σόφια ή θα παραιτηθείς;
Ν:-‘’Θα πας’’; Δε ‘’θα πάμε’’; Εσύ δε θα ρθεις; Δεν είσαι γυναίκα μου;
Ε:-Στη Βουλγαρία;;; Ε, δε σφάξανε! Τι να κάνω σε μια χώρα μαφιόζων και εξαθλιωμένων; Μ’ αρέσει που δεν ήθελες να γίνεις ‘’οικονομικός μετανάστης’’ και τώρα ετοιμάζεσαι για μια χώρα χειρότερη απ’ την πατρίδα σου! Και θες και να σ’ ακολουθήσω… Τι θα κάνω εκεί, ε; Και καλά εγώ… το παιδί; Τι θα κάνει εκεί; Εδώ οι Βουλγάρες έρχονται και μας καθαρίζουν τα σπίτια…
Ν:-Ίσως όχι για πολύ πια…
Ε:-Πλούσιοι πάντα θα υπάρχουν!
Ν:-Εμείς δεν υπήρξαμε ποτέ! Απλά είχα ένα γερό μισθό κι εσύ ήθελες κι άλλα!
Ε:-Είχες τη δυνατότητα να πας και πιο πέρα! Αντ’ αυτού προτίμησες να περιμένεις στωικά την καταστροφή σου.
Ν:-Σου εξήγησα ότι θέση σε πολιτισμένο κράτος με χοντρά λεφτά δε μου προσφέρεται ούτε μου προσφέρθηκε ποτέ.
Ε:-Να κοίταγες και σε άλλη πολυεθνική κι όχι να κολλήσεις εκεί, στο ίδιο γραφείο, στον ίδιο Ολλανδό μέσα στο καβούκι σου κλεισμένος! Έπρεπε να το χες μυριστεί όταν σου κόψανε το μισθό!
Ν:-Είσαι αχάριστη κι επιθετική.
Ε:-Είμαι λογική και τετράγωνη. Και να σου θυμίσω-helloooooo-σήμερα ο γιος μας πέρασε σε σχολή άλλης πόλης! Ξέρεις τι σημαίνει αυτό! Χώρια το στεγαστικό μας!
Ν:-Ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει. Κι εννοείται ότι δεν έχω ξεχάσει πως ζούμε εδώ μέσα με δάνειο. Πάντα όμως έκανα ό, τι περισσότερο μπορούσα. Για να μένουμε σε καλό σπίτι, για να πάει ο Αλέξης σε ακριβό σχολείο, για να μην κουράζεσαι εσύ…
Ε:-Μπα! Χίλιες φορές να δούλευα! Υπηρέτρια έχω καταντήσει εδώ μέσα!
Ν:-Αυτό έχεις να πεις μόνο;;; Μετά από είκοσι χρόνια γάμου, είκοσι χρόνια αγώνα;
Ε:-Έχω να πω ότι κοιμάσαι βαθιά.
Ν:-Έχεις απαίσιο στόμα! Ήρθα για να συζητήσουμε ως αντρόγυνο το πρόβλημα που προέκυψε…
Ε:-Πρόβλημα; Απλώς πρόβλημα; Εδώ διαλυόμαστε!
Ν:-Θα διαλυθούμε μόνο αν το διαλέξεις εσύ!
Ε:-Εγώ διαλέγω; Από πότε; Εγώ σ’ ακολουθώ 20 χρόνια τώρα σαν πρόβατο. Εσύ αποφασίζεις και μας συμπαρασύρεις. Αλλά αυτή τη φορά θα αντιδράσω. Δε θα σ’ ακολουθήσω σα ζώο στη Σόφια. Δε θα υποβαθμίσω τη ζωή μου.
Ν:-Μπα! Και τι θα κάνεις; Θα πας στο Σικάγο;
Ε:-Δεν ξέρω. Θα δω.
Ν:-Δηλαδή με τον τρόπο σου μου ανακοινώνεις ότι τέρμα; Χωρίζουμε; Εγώ στη Σόφια, εσύ πιθανόν στην Αμερική;
Ε:-Πες μου ότι φταίω κιόλας!
Ν:-Δεν είπα ότι φταις! Είμαστε όμως κομμάτι ενός τρελού συστήματος. Οι συνέπειες της κρίσης μας αφορούν.
Ε:-Δεν έχουμε δικαιολογία γιατί βλέπαμε το κακό αλλά δεν κινητοποιηθήκαμε εγκαίρως. Κάποτε σου χα πει να περάσουμε στην αντίπερα όχθη πριν πνιγούμε μαζί με τη μάζα…
Ν:-Όλα στα λόγια είναι εύκολα. Η εταιρεία δεν είχε λόγους να κλείσει. Το κάνουν προληπτικά…
Ε:-Νίκο, δεν έψαξες για τίποτα καλύτερο επαγγελματικά όσο ήταν καιρός! Δεν πήρες τη ζωή μας στα σοβαρά! Δεν απαίτησες! Δε διεκδίκησες, έστω!
Ν:-Και λοιπόν; Και τώρα; Τι θα κάνεις εσύ που ξέρεις να τα λύνεις όλα;
Ε:-Δεν ξέρω. Με αιφνιδίασες.
Ν:-Αν η αντίπερα όχθη είναι για σένα η άλλη άκρη του Ατλαντικού, δηλαδή το Σικάγο, πήγαινε. Ξέρεις ότι ειδυλλιακά δε θα ναι αλλά προκειμένου να κάνεις το δικό σου και να μου πας κόντρα, στη Σόφια μια φορά δε θα ρθεις! Το ξέρω εκ των προτέρων. Εγώ πάντως σε ενημερώνω ότι θα πάω στη Βουλγαρία ψάχνοντας παράλληλα κάτι καλύτερο. Θα πιεστώ όσο μπορώ για να σώσω το σπίτι μας και να μην το φάει η τράπεζα. Όσο για τον Αλέξη, θα ξεκινήσει τις σπουδές του με τα λεφτά της ασφάλειας και ίδωμεν.
Ε:-Ωραία τα έχεις σκεφτεί!
Ν:-Δεν έχω επιλογή. Αυτό είναι το καλύτερο που μπορώ να κάνω αυτή τη στιγμή με τα τωρινά δεδομένα. Εδώ ο κόσμος ψάχνει για οτιδήποτε χρήσιμο στα σκουπίδια ή κάθεται στην ουρά του συσσιτίου της εκκλησίας για λίγο φαΐ! Δεν μπορώ να μην πάω στη Βουλγαρία… Λυπάμαι που δεν μπορώ να σου προσφέρω κάτι καλύτερο, κάτι ‘’πολυτελέστερο’’.
Ε:-Με ειρωνεύεσαι;
Ν:-Διόλου! Σου εξηγώ ευθέως τι συμβαίνει και σε προειδοποιώ: Αν φύγεις για την ‘’αντίπερα όχθη’’, μην τολμήσεις να μου ξανακουβαληθείς αν και όταν βρεθώ σε προνομιακότερη δουλειά.
Ε:-ΟΤΑΝ ΚΑΙ ΑΝ…
Ν:-Είσαι πολύ σκληρή. Δε σε ήξερα τελικά…
Ε:-Και πότε πρέπει να φύγεις;
Ν:-Μέχρι τα Χριστούγεννα το παράρτημα της Αθήνας θα ναι παρελθόν. Και προφανώς κι εσύ…
Ε:-Δεν έχω αποφασίσει. Δεν μπορώ να μιλήσω τώρα, έχω συγχυστεί. Θα δω τι θα κάνω… Θέλω να μιλήσω και με το παιδί…
Ν:-Όπως θες… ενίσχυση της σκηνής με ανάλογο μουσικό θέμα κάποιων δευτερολέπτων.

----ΤΕΛΟΣ----



Σημείωμα της συγγραφέως:

Πόσο καλά γνωρίζουμε το σύντροφό μας; Πόσο η οικονομική κρίση απ’ τη μια κι ο ανελέητος αριβισμός απ’ την άλλη μπορούν να διαλύσουν μια οικογένεια; Πού βρίσκεται η ‘’αντίπερα όχθη’’ που θα μας προσφέρει τη λύτρωση; Είναι υπαρκτή ή τα νερά της λιμνάζουν στη φαντασία του μυαλού μας ανακουφίζοντάς μας από ό, τι μας ενοχλεί ή πιο απλά δε μας ικανοποιεί αρκετά;
Ένα ζευγάρι 20 χρόνια παντρεμένο, ένας γιος μαθητής του 20, μια μείωση μισθού 7 τοις εκατό και συνέχεια διαιρεμένος διά του 2, 3 τρίμηνα, 4 μήνες μέχρι το οριστικό τέλος.