Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2021

Λευκό Δωμάτιο

 


Λευκό Δωμάτιο
του Αλέξη Σταμάτη

Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης

Θέατρο Σταθμός, Μεταξουργείο

Κυριακή 14/11/2021

 

Ανάλυση θεατρικού κειμένου και κριτική παράστασης

Tης Μαρίνας Αποστόλου

 

Ο πολυπράγμων Μάνος Καρατζογιάννης σκηνοθετεί το νέο θεατρικό έργο του Αλέξη Σταμάτη με τίτλο «Λευκό Δωμάτιο» στο θέατρο Σταθμός, του οποίου τυγχάνει τα τελευταία χρόνια καλλιτεχνικός διευθυντής. Με μια σύλληψη πρωτότυπη, ο συγγραφέας μάς ταξιδεύει σε ένα ουτοπικό πανδοχείο που φιλοξενεί δραματικά πρόσωπα από κορυφαία θεατρικά έργα και όχι μόνο. Η πανσιόν αυτή διευθύνεται από τη Φλώρα (Σμαράγδα Σμυρναίου), μια αυταρχική, ιδεοψυχαναγκαστική όπως αναφέρει ο αφηγητής (Δημήτρης Τσίκλης) γυναίκα άνω των 70 ετών και συνάμα αινιγματική καθώς κρύβει πίσω της μια θολή ιστορία ίσως παρόμοια με αυτή των παράξενων πελατών της.

Στο αχανές αυτό ξενοδοχείο που έχει δεχτεί κάθε λογής χαρακτήρες (ακόμα και ένα στόμα όπως μας πληροφορεί η Φλώρα προς το τέλος της παράστασης) διαμένει ήδη η Μπλανς Ντιμπουά (Πέγκυ Σταθακοπούλου), το γνωστό κεντρικό δραματικό πρόσωπο του έργου Λεωφορείο ο Πόθος του Τενεσί Ουίλιαμς. Παρηκμασμένη αριστοκράτισσα του αμερικανικού νότου, όχι πια νεαρή, μόνη και διαταραγμένη, καλλιεργημένη όμως και πάντα κοκέτα σαν Ευρωπαία Παριζιάνα, όπως δηλαδή ακριβώς την είχε εμπνευστεί ο «νονός» της, πληροφορείται με απογοήτευση την έλευση ενός νέου προσώπου με το οποίο οφείλει να συγκατοικήσει όσο γίνεται πιο αρμονικά μοιραζόμενη δη το ίδιο μπάνιο – σημείο αναφοράς της ομορφιάς και της περιποίησης του σώματος. Όπως ενημερώνει κι η ίδια στη συνέχεια, γνωρίζει καλά τη συγκάτοικό της Έντα Γκάμπλερ (Εύα Σιμάτου) καθώς στο πατρικό της σπίτι διέθεταν μεγάλη βιβλιοθήκη και με θεατρικά έργα ανάμεσα στα οποία και του Ερρίκου Ίψεν, του νονού-δημιουργού της Έντας. Συνεπώς, και όπως είναι λογικό (όση λογική χωράει σε ένα έργο που παραπαίει και μετεωρίζεται ανάμεσα στο ρεαλισμό και την παράνοια/φαντασία) η Μπλανς (20ος αιώνας) γνωρίζει την Έντα (19ος αιώνας) καθότι μεταγενέστερη ενώ φυσικά δεν μπορεί να συμβαίνει το αντίθετο.

Στην απόκοσμη αυτή (επαναστατική) πανσιόν που βρίσκεται σε υψόμετρο 2.789 μέτρων, αριθμός που προκύπτει από την πρόσθεση του αριθμού 1.000 στη χρονολογία της Γαλλικής Επανάστασης (1789), με το πιάνο και τους πίνακες μεγάλων συγγραφέων μα και το τηλέφωνο και την πιο σύγχρονη ένδυση της Φλώρας (τη βλέπουμε να φοράει παντελόνι καίτοι γυναίκα κάποιας ηλικίας), το ταίριασμα των ζευγαριών-ενοίκων γίνεται με σύστημα τυχαιοποίησης.

Έτσι, τη στιγμή που η Μπλανς εκφράζει τα παράπονά της στη Φλώρα για την καθαριότητα του χώρου, μέσα από ένα γυάλινο ποτήρι (το οποίο δηλώνεται από την περιγραφή του αφηγητή) διακρίνει την επιθυμία που αναμειγνύεται με τα συναισθήματα και ζητάει να γεμίσει ο χώρος από μουσική και μελωδίες. Χορεύει με τη Φλώρα και με μια βαθιά πικρία διαπιστώνει ότι η ίδια δεν είναι παρά μια παρωδία. «Τα γεράματα είναι η παρωδία της ζωής» την ακούμε να λέει απογοητευμένη, άποψη που άμεσα αποκρούει η Φλώρα καθώς πιστεύει πως δε μεγαλώνουμε ποτέ παρά μόνο όταν μας βάζουν δυο μέτρα κάτω από τη γη. Κι ιδού μία από τις πιο βασικές θεματικές του έργου του Αλέξη Σταμάτη: η ηλικία, το γήρας, ο χρόνος, το τέλος του ανθρώπου, έννοιες άρρηκτα συνυφασμένες με την προσωπικότητα της Μπλανς.

Κι ενώ η κουβέντα μεταξύ των δύο γυναικών εξελίσσεται, η Φλώρα δε σταματά να αποδεικνύει την πείρα που της έχει προσφέρει η ζωή. Τονίζει ότι η καταγωγή του ανθρώπου τον σημαδεύει απόλυτα διότι ακόμα κι αν αυτός έχει κατακτήσει όλον τον κόσμο αλλά ο πατέρας του δεν είναι παρά ένας απλός πλασιέ, κινδυνεύει να μείνει στην αφάνεια. Δεύτερος λοιπόν θεματικός άξονας του έργου: η καταγωγή – κοινωνική θέση του ατόμου κι ο ρόλος της ως προς την πρόοδό του.

Η ζωή δεν έχει μόνο ένα χρώμα, μία μόνο έκφανση. Το πράσινο χρώμα, για παράδειγμα, έχει πολλές αποχρώσεις. Είναι και χακί και σμαραγδί και ανοιχτό και σκούρο… Να μια ακόμα ρεαλιστική επιμέρους ιδέα του κειμένου που προκύπτει από τη διάδραση της Φλώρας με την Μπλανς εν αναμονή του ερχομού της Έντας: η πολυσημία της ανθρώπινης ζωής.

Η Μπλανς κάνει την αυτοκριτική της. Δε θέλει να τη λυπούνται κι ας μην την κατάλαβε ποτέ κανείς. Θεωρεί την Έντα κακομαθημένη κι υπερτιμημένη καθότι χαρακτηρισμένη ως υπεράνθρωπη επειδή επέλεξε την αυτοκτονία. Η ίδια αισθάνεται ότι κινδυνεύει, ότι χάνει τον έλεγχο, ότι δε σκέφτεται λογικά, πως ο ιδρώτας της μυρίζει… Καπνίζει και η γεύση της είναι ξινή. «Η ανθρώπινη ψυχή είναι πολύ εκτεταμένη… θα έπρεπε να περιορίζεται λίγο», ακούμε στην παράσταση με το ζήτημα της ανάγκης των ορίων να αποτελεί μία ακόμη χρεία στην ανθρώπινη πορεία.

Η Φλώρα συνεχίζει απτόητη το έργο της υποδυόμενη το ρόλο της χωρίς παρεκκλίσεις. Η Έντα προσερχόμενη δε δέχεται να υπογράψει το συμβόλαιο-σύμβαση που περιγράφει ρητά τους όρους της διαμονής της σ’ αυτό το ασυνήθιστο πανδοχείο απ’ όπου μπορείς να κάνεις «check out» αλλά όχι να φύγεις, όπως θα πει πιο μετά η Μπλανς. Τελικά όμως συμβιβάζεται ενώ με τα δάχτυλά της δείχνει ένα σταυρό πάνω στο σώμα της Φλώρας σχηματίζοντας ένα όπλο, προοικονομώντας το τέλος και κυρίως καταμαρτυρώντας την προσωπικότητά της.

Η καινούργια ζωή της νεαρής Νορβηγίδας έχει όρους απαραβίαστους που εναντιώνονται στην έμφυτή της ελευθερία, όροι που φτάνουν μέχρι και τις υποχρεωτικές δραστηριότητες εντός της πανσιόν. Η συμβία της πάλι Μπλανς απαιτεί ησυχία, σκοτάδι, όχι δυνατή μουσική. Εξάλλου, ο Ουίλιαμς που τη γέννησε ζούσε στην απομόνωση για να αποφύγει την αλήθεια, όπως μαθαίνουμε στην παράσταση. Η Έντα αποστρέφεται τη γελοιότητα και επιθυμεί μόνο την ομορφιά. Το ίδιο όμως αναζητά κι η Αμερικανίδα κι ως πιο παλιά μέσα εκεί δικαιούται να επιβάλλεται. Το συμβόλαιο που έχουν υπογράψει περιλαμβάνει ευάριθμα άρθρα, ένα από τα οποία, το 43, ορίζει την ποινή αυτού που θα αποπειραθεί να αποδράσει: την απομόνωση στο λευκό δωμάτιο.

Ιδιαιτέρως φιλοσοφικό το κείμενο του Σταμάτη θέτει το μείζον θέμα της ελευθερίας του ατόμου. Ποιος αποφασίζει για τη ζωή του και τις συνθήκες αυτής; Τι σημαίνει «η απόφαση είναι αυτοματοποιημένη από πάνω»; Γιατί οι μικρές απολαύσεις όπως ένα ποτό επιτυγχάνονται μόνο αν έχεις «μέσο»; Γιατί πολλά πράγματα συμβαίνουν ακούσια όπως η μεταφορά η Έντας στην πανσιόν;

Από τη συζήτηση των δυο σαγηνευτικών γυναικών δε θα μπορούσε να λείπει και το θέμα των ανδρών. Ο ήσυχος άντρας είναι και συναισθηματικός ή μήπως καταντά βαρετός; Μπορεί αυτός ο τύπος να είναι ταυτόχρονα γοητευτικός; Αναρωτιέται η Μπλανς καθώς μνημονεύει το νονό της που υπήρξε γι’ αυτή ο φύλακας-άγγελός της.

Δεν είναι άραγε χυδαίο να σε παίζουν, να σε αναλύουν και μετά να σε πετάνε σε ένα ίδρυμα-αποθήκη ψυχών; Εύλογο ερώτημα που έχουν κάθε δικαίωμα να υποβάλλουν τα δραματικά πρόσωπα-ρόλοι, όπως η ανυπότακτη Έντα που θέλει να δραπετεύσει. Μια ιψενική Έντα που δε στοιχειώνεται από δαιμονικούς εραστές, ούτε ομοιάζει με τις ηρωίδες από τα άλλα έργα του νονού της, όπως η Αγριόπαπια και Η κυρά της θάλασσας.

Οι δύο γυναίκες συναντιούνται όμως και σε ένα ακόμη σημείο παρόλες τις διαφορές τους: ζητούν ρεαλισμό. Η Μπλανς δηλώνει πως δε θέλει μαγεία, θέλει ρεαλισμό ενώ η Έντα γυρεύει να βιώσει την πραγματικότητα του κόσμου εκεί που δεν έχει υπάρξει ποτέ. Χρειάζεται ελευθερία μακριά από το βουητό της συγκατοίκου της και θα προσφέρει ανταλλάγματα γι’ αυτό: ακόμη και έρωτα στη Φλώρα! Ζητά λοιπόν επίμονα να εξαιρεθεί και να φύγει, μια εξαίρεση φυσικά παράλογη, αδύνατη. Κι ενώ η ξενοδόχος απειλεί τη Νορβηγίδα με συνέπειες, οι δύο συμβίες διαπληκτίζονται. Η Έντα ζητάει βοήθεια από την Μπλανς για να το σκάσει από αυτή την ιδιότυπη φυλακή και φτάνει στο σημείο να την εκβιάζει με επιβαρυντικά στοιχεία που κατέχει εγγράφως για το άτομό της ενώ στο τέλος την εκδικείται καίγοντας τα μαλλιά από τις κούκλες της. Η Μπλανς φανερά πιο υποταγμένη, καταθλιπτική, ζει προσκολλημένη στο παρελθόν. Στη χηρεία της που τη βύθισε στη μοναξιά, στην αδύναμη ψυχή της που την οδήγησε στην ακολασία με τους στρατιώτες και σ’ εκείνο το νεαρό αγόρι στο σχολείο όπου δίδασκε πριν την απολύσουν… Δεν μπορεί όμως να ζήσει χωρίς έρωτα και το παραδέχεται ευθαρσώς. Ήταν ένοχη κι η ενοχή καθιστά μια γυναίκα θελκτική.

Η ανάγκη για έρωτα στη ζωή, η ερμηνεία της ενοχής και η απώλεια κάθε ορίου αποτελούν βασικούς άξονες της σκέψης του συγγραφέα.

Η Έντα διαμαρτύρεται πως δεν έχει προσωπικότητα κι ότι απλά «εκπροσωπείται». Είναι σαν «κομμάτια από σοβά που κρέμονται σαν σταλακτίτες» και διαθέτει ένα μυαλό που ωσάν «ντροπαλό ζωάκι» φοβάται να βγει προς τα έξω. Νιώθει απλώς «αυθύπαρκτη, χωρίς νου» κι η Φλώρα, σταθερά κυνική, επιβεβαιώνει ότι δεν είναι παρά μόνο «μια παρτιτούρα που μπορεί να υπάρχει μόνο μέσα από τους άλλους», «μια λυπητερή δραματική κούκλα», «ένας χαρακτήρας, μια κατασκευή που ερμηνεύει τον εαυτό της», αέναα, ξανά και ξανά, ταπεινώνοντας ολοένα την διακαή της επιθυμία για πλήρη ελευθερία. Μπροστά μας βλέπουμε να παίζεται η τελευταία σκηνή από την Έντα Γκάμπλερ του Ίψεν με την ομώνυμη ηρωίδα να αυτοκτονεί.

Το λευκό δωμάτιο είναι ο χώρος απομόνωσης και τιμωρίας των ενοίκων που δεν υπακούν. Εκεί επαναλαμβάνουν εφιαλτικά τον εαυτό τους. Ποια είναι όμως τελικά η Φλώρα και ποιος ο δικός της νονός; Αισθανόμαστε όπως μας υπαγορεύουν τελικά; Μπορεί ποτέ το ανύπαρκτο να δημιουργήσει το υπαρκτό; Το άβουλο να αποκτήσει βούληση; Μπορεί ο άνθρωπος να βγει από το κολαστήριο και την ισοπέδωση; Αναρίθμητα ερωτήματα με τα οποία πλημμυρίζει το έργο το μυαλό του θεατή.

Κι ενώ η Μπλανς συνεχίζει τη μοιρολατρική της στάση αναζητώντας ανθρωπιά και καλοσύνη όντας ωστόσο ευγνώμων στο νονό της που τη «νοιάστηκε» διότι την έβγαλε μέσα από την ψυχή του και τη διατήρησε ζεστή με όλη του την αγάπη μέχρι που κι αυτός μεγάλωσε κι έπαψε να αγαπά τον ίδιο του τον εαυτό, η Έντα απαιτεί πια χειραφέτηση κι ανεξαρτησία. Να αλλάξει το τέλος της ιστορίας της, να πάρει τη ζωή στα χέρια της. Και να μεταβάλει το λευκό δωμάτιο από χώρο τιμωρίας σε χώρο αναμορφωτικό. Έτσι, φυλακίζει τη Φλώρα στο λευκό δωμάτιο κι η ίδια ξαναγράφει το τέλος του έργου. Τους σκοτώνει όλους κι η ίδια μένει ζωντανή, όρθια και ακέραιη. Επιβιώνει γιατί όπως την ακούμε να λέει: «Εγώ δεν έχω καμιά σχέση με όλα αυτά. Η ερημιά δε με αφορά».

Εξαιρετικές ερμηνείες και από τις τρεις ηθοποιούς ενώ ο Δημήτρης Τσίκλης που αφηγείται, τραγουδά και χορεύει πλαισιώνει τις τρεις κυρίες επί σκηνής προσφέροντας το δικό του μοναδικό στίγμα κι ελαφραίνοντας σε κάποια σημεία το βαθυστόχαστο ενίοτε ύφος του κειμένου. Θα μπορούσαν βέβαια να παραληφθούν κάποιες στιγμές όπως το τραγούδι της Αλέξιας «Τα κορίτσια ξενυχτάνε» που μάλλον δεν ταίριαξε με το περιεχόμενο της υπόθεσης. Τα λοιπά μουσικά θέματα όπως το «Χάρτινο το φεγγαράκι» (βλέπε κατάθλιψη της Μπλανς) και το «Hotel California» (βλέπε διαμονή στο πανδοχείο) ήταν εξαίσιες.

Τα κοστούμια ήταν άριστα επιλεγμένα, την ευθύνη των οποίων φέρει η Άση Δημητρολοπούλου. Κάποια από αυτά εξασφαλίστηκαν σε συνεργασία με την Άννα Φόνσου και το «Σπίτι του Ηθοποιού», όπως διαβάζουμε στο άρτια επιμελημένο πρόγραμμα της παράστασης.

Υπέροχη ήταν η ιδέα των δύο voice off από τους ηθοποιούς Δημήτρη Καταλειφό στο ρόλο του Ίψεν και του Χρήστου Χατζηπαναγιώτη στο ρόλο του Ουίλιαμς. Συμπλήρωσαν μοναδικά τις δύο ηρωίδες μιλώντας για αυτές και τα υλικά με τα οποία τις έπλασαν.  Πολύ όμορφες ήταν και οι φωτογραφίες μεγάλων ηθοποιών Ελληνίδων και ξένων που ενσάρκωσαν την αναλλοίωτη κι εμβληματική Μπλανς Ντιμπουά, όπως η σπουδαία Έλλη Λαμπέτη. Στις φωτογραφίες των δύο δραματουργών που απασχόλησαν το συγγραφέα παρατηρήσαμε το Σαίξπηρ δίπλα στον Ίψεν (κι όχι τον Ουίλιαμς τον οποίο προσέξαμε σε φωτογραφία προς το τέλος του έργου).

Η παράσταση υπήρξε στο σύνολό της πολύ δυνατή. Ο Μάνος Καρατζογιάννης αξιοποίησε ένα φρέσκο και πραγματικά εμπνευσμένο κείμενο διά χειρός του Αλέξη Σταμάτη και του έδωσε σάρκα και οστά με βοηθό τον Φίλιππο Παπαθεοδώρου. Καταπιάστηκε πολύ με τις λεπτομέρειες όπως είδαμε στην αναπαράσταση της αυτοκτονίας της Έντας (ματωμένο χέρι) και της σιωπής της Μπλανς παράμερα στη σκηνή όταν η Έντα διεκδικούσε δυναμικά την απελευθέρωσή της.

Το θέατρο «Σταθμός» αποτελεί το δίχως άλλο μια ανερχόμενη εστία πολιτισμού υποδεχόμενη κοινό και κριτικούς με ευγένεια και ζεστασιά.

 

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Συγγραφέας: Αλέξης Σταμάτης

Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης

Μουσική: Δημήτρης Τσάκας

Σκηνικά – κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου

Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου

Video: Παντελής Μάκκας

Φωτογραφία: Σπύρος Περδίου

Βοηθός σκηνοθέτη: Φίλιππος Παπαθεοδώρου

Ερμηνεύουν: Πέγκυ Σταθακοπούλου, Εύα Σιμάτου, Δημήτρης Τσίκλης

Στον ρόλο της Φλώρας η Σμαράγδα Σμυρναίου

Συμμετέχουν (voice off):

Στον ρόλο του Χένρικ Ίψεν ο Δημήτρης Καταλειφός

Στον ρόλο του Τενεσί Ουίλιαμς ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Πρεμιέρα 31 Οκτωβρίου.

Παραστάσεις : Κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00 και κάθε Κυριακή

στις 18:00, από 29 Οκτωβρίου μέχρι 21 Νοεμβρίου.

www.stathmostheatro.gr

https://www.youtube.com/watch?v=2eX7McgC9a4

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου