Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Σχολιασμός των Αποθηκάριων από το Ν.Γ. Λυκομήτρο

Μετά το θεατρικό σκετς με τίτλο «Στην Αντίπερα Όχθη», όπου η Μαρίνα Αποστόλου παρουσίασε τον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης σε μία μεσοαστική ελληνική οικογένεια, η συγγραφέας και ποιήτρια επιστρέφει με το θεατρικό μονόπρακτο «Οι Αποθηκάριοι», στο επίκεντρο του οποίου βρίσκονται δύο εκπρόσωποι της εργατικής τάξης. 

Ο Γιάννης και ο Θανάσης, δύο φίλοι και συνάδελφοι, εργάζονται ως αποθηκάριοι σε super market. Έχουν «πατήσει» τα σαράντα και είναι παντρεμένοι με δύο παιδιά έκαστος. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του έργου, τούς παρακολουθούμε να κουβεντιάζουν σ’ ένα διάλειμμα από τη δουλειά και να ξεδιπλώνουν το μικροαστισμό, το ρατσισμό, τη φαλλοκρατία και, γενικώς, τις χειρότερες πλευρές του χαρακτήρα τους.

Υιοθετώντας μία νατουραλιστική αφήγηση και ρεαλιστικούς διαλόγους, η Μαρίνα Αποστόλου παρουσιάζει δύο χαρακτήρες χωρίς φτιασίδια, χωρίς να ωραιοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις. Η προσέγγισή της φέρνει στο νου την άποψη που διατυπώνει ο Κώστας Βάρναλης στο ποίημα «Οι Μοιραίοι». Οι δύο συνάδελφοι κατηγορούν όλους εκτός από τον εαυτό τους για τα προβλήματά τους. Οπωσδήποτε βρίσκονται εγκλωβισμένοι μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο οικονομικό σύστημα και σ’ ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον αλλά αδυνατούν να σκεφτούν τα πράγματα πέρα από το μικρόκοσμό τους και ν’ ασκήσουν οποιαδήποτε αυτοκριτική. Ο ένας από αυτούς τρέφει ένα μικροαστικό όνειρο απόδρασης από τη μισθωτή εργασία, το οποίο τον κρατά «ζωντανό» στην καθημερινότητα της αποθήκης και των οικογενειακών υποχρεώσεων. Ο άλλος, πιο πραγματιστής, αντιλαμβάνεται ότι οι προσδοκίες του φίλου του δεν είναι ρεαλιστικές και του ασκεί κριτική, έχοντας, όμως, ιδιοτελείς σκοπούς.

Η αλληλεγγύη είναι μια έννοια άγνωστη και στους δύο. Παρότι τους ενώνει ο κοινός εργασιακός χώρος, η αγάπη για την ίδια ποδοσφαιρική ομάδα και παρόλο που, ουσιαστικά, «βράζουν» στο ίδιο καζάνι, ο ατομικισμός είναι η κυρίαρχη ιδεολογία και των δύο. Με άλλα λόγια, χωρίς ίχνος ταξικής συνείδησης και διαψεύδοντας τις προσδοκίες αυτών που οραματίζονται την κοινωνική αλλαγή, οι δύο εργάτες κοιτούν αποκλειστικά τον εαυτό τους και, μάλιστα, ο ένας από αυτούς ετοιμάζεται να προδώσει τον άλλον.

Η εξέλιξη της πλοκής οικοδομείται γύρω από την προσπάθεια του Θανάση να «υφαρπάξει» τη γυναίκα του Γιάννη, συντρίβοντάς τον και επαγγελματικά, αφού έχει φροντίσει να «διαρρεύσει» στο αφεντικό τους ότι ο υποτιθέμενος καλός του φίλος και συνάδελφος δεν είναι και τόσο επιμελής στα καθήκοντά του. Μέσα από τους διαλόγους των δύο μαθαίνουμε ότι ο Γιάννης παραμελεί τη γυναίκα του, την κακομεταχειρίζεται, ενώ δεν παραλείπει να έχει «περιπέτειες» με άλλες γυναίκες. Ο ίδιος θεωρεί ότι έχει κάθε δικαίωμα να συμπεριφέρεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, καθώς είναι συνεπής στις οικονομικές και, εν μέρει, στις οικογενειακές του υποχρεώσεις. Όμως, κι ο κρίνων δεν είναι καλύτερος. Παρόλο που σωστά επισημαίνει την απαράδεκτη συμπεριφορά του φίλου του, ο Θανάσης έχει ήδη συνάψει δεσμό με τη γυναίκα του και ετοιμάζεται για το «μεγάλο κόλπο», δηλ. να μεθοδεύσει την απόλυση του Γιάννη από τη δουλειά και το χωρισμό του από τη γυναίκα του. 

Το σχέδιο μπαίνει στο τελικό του στάδιο όταν το αφεντικό καλεί το Γιάννη στο γραφείο του και του ανακοινώνει την απόλυσή του. Ο Γιάννης χάνει τον κόσμο κάτω από τα πόδια του, χωρίς να υποψιάζεται τι άλλο πρόκειται ν’ ακολουθήσει. Από ένα λάθος του Θανάση, ο Γιάννης αντιλαμβάνεται ότι η γυναίκα του τον απατά με τον καλύτερό του φίλο και τότε οι μάσκες «πέφτουν». Ο Θανάσης, μην έχοντας άλλη επιλογή πλέον αλλά και με μια έντονη δόση κυνισμού, παραδέχεται τα πάντα και επιτίθεται φραστικά στο συνάδελφό του. Καθώς οι δυο τους καβγαδίζουν, ξεσπά φωτιά και τότε διαπιστώνουν ότι έχουν εγκλωβιστεί στην αποθήκη. Όσα έχουν προηγηθεί μοιάζουν πλέον ασήμαντα. Όλες οι προσπάθειές τους να ξεφύγουν από το θάνατο αποβαίνουν άκαρπες και, μοιραία, χάνουν τη ζωή τους. Όπως αναφέρει και η ίδια η συγγραφέας στο σημείωμά της στο τέλος του βιβλίου:

«Η τραγική τους κατάληξη μπορεί να λάβει τόσο κυριολεκτικό όσο και αλληγορικό περιεχόμενο. Κυριολεκτικό ως προς το προφανές φινάλε του οποίου τυγχάνουν οι δύο αποθηκάριοι: ατύχημα στο χώρο εργασίας, θάνατος από ασφυξία, έλλειψη μέτρων ασφαλείας απ’ την πλευρά του ιδιοκτήτη, ολιγωρία από την Πυροσβεστική. Αλληγορικό ως προς τη συμβολική διάσταση του θανάτου τους: Μια φωτιά που απανθράκωσε το πνεύμα και κατ’ επέκταση την ίδια τη ζωή ως τη μοναδική ευκαιρία που έχει ο καθένας από εμάς για δημιουργικότητα, μετουσίωση της φαντασίας σε έργα, πολιτισμό.»   

Η Μαρίνα Αποστόλου παρουσιάζει άλλη μια θεατρική ιστορία βγαλμένη από την κρίση που μαστίζει την ελληνική κοινωνία, αντλώντας έμπνευση από τον κοινωνικό της περίγυρο. Οι δύο κεντρικοί ήρωες, ο Γιάννης και ο Θανάσης, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα ανθρώπων που συντρίβονται από το σύστημα ως πρώτα θύματα του «καθοδικού κύκλου της παγκόσμιας και, ειδικότερα, της ελληνικής οικονομίας». Ωστόσο, τα θύματα μετατρέπονται και σε θύτες σε ό,τι έχει να κάνει με τις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Αντί η κρίση να τους συσπειρώσει, ο καθένας κοιτά το προσωπικό του συμφέρον και στο τέλος έρχεται και η προδοσία σε προσωπικό επίπεδο για να καταδείξει την ψυχική απόσταση που υφίσταται μεταξύ των δύο προσώπων. Η Αποστόλου διαπιστώνει ότι πέρα από την οικονομική καταστροφή και την αλλοτρίωση που επιφέρει στους ανθρώπους η κρίση (καθώς θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι ο Θανάσης επιδιώκει την απόλυση του Γιάννη τόσο για να διασφαλίσει τη δική του εργασία, όσο και για να αποδυναμώσει οικονομικά τον ερωτικό του αντίζηλο), υπάρχει και το ζήτημα της ατομικής ευθύνης. Ακόμα και μέσα σε αυτό το ζοφερό σκηνικό εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιες, περιορισμένες έστω, επιλογές και ο καθένας καλείται να πορευθεί ανάλογα και να αναλάβει τις ευθύνες του. Η φωτιά στο τέλος αποδεικνύει το αδιέξοδο των επιλογών και των δύο πρωταγωνιστών. 

Η Μαρίνα Αποστόλου με το έργο «Οι Αποθηκάριοι» πραγματοποιεί ένα ακόμη σημαντικό βήμα για τη διαμόρφωση ενός διακριτού συγγραφικού στίγματος. Με μια ιστορία άρτια δομημένη αφήνει πολλές υποσχέσεις για το μέλλον και μας «υποχρεώνει» ν’ αναμένουμε με ανυπομονησία το επόμενο θεατρικό της πόνημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου