Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022


 ΟΙ ΑΘΙΚΤΟΙ (Les intouchables)

των Olivier Nakache και Éric Toledano


ΘΕΑΤΡΟ ΝΕΟΣ ΑΚΑΔΗΜΟΣ

Ιπποκράτους 17 & Ακαδημίας 

Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης

Παρασκευή, 11/02/2022, ώρα 8 μμ.


Δραματολογική ανάλυση & κριτική θεάτρου

της Μαρίνας Αποστόλου


"Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ"


Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

Τη βραβευμένη γαλλική ταινία με τίτλο Οι άθικτοι (γαλλ. τίτλος Les intouchables) σκηνοθετεί εφέτος ο Νικορέστης Χανιωτάκης στο Θέατρο Νέος Ακάδημος. Αν και, ήδη από την εισαγωγικής φύσης εναρκτήρια σκηνή της παράστασης, εν είδει αυτοσχεδιασμού, το κοινό ενημερώνεται από τον θίασο ότι δε θα παρακολουθήσει μια μεταφορά του σινεμά στο σανίδι αλλά "τα γεγονότα όπως αυτά συνέβησαν". Έτσι, οι γνώστες της κινηματογραφικής ταινίας διαπιστώνουν αρκετές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στη μεγάλη οθόνη και το έργο που παρίσταται, όπως λόγου χάρη ότι ο νοσοκομός-συνοδός του αριστοκράτη δεν λέγεται Ντρις αλλά Αμπντέλ και δεν είναι από τη Σενεγάλη αλλά από την Αλγερία. Εντούτοις, η υπόθεση και η βασική δομή του κινηματογραφικού σεναρίου διατηρούνται.

Ο Φιλίπ Ποζό Ντι Mποργκό, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, πολύ πλούσιος και καλλιεργημένος, έχει μείνει τετραπληγικός μετά από ατύχημα που είχε, λόγω αλλαγής του ανέμου, την ώρα που απολάμβανε στον αέρα το αγαπημένο του άθλημα, το παραπέντε. Θυμάται φυσικά και την ακριβή ημερομηνία του καθοριστικού για τη ζωή του συμβάντος: ήταν 23 Ιουνίου του 1993. Με τη βοήθεια της γραμματέως του Μαγκαλί διεξάγει ακρόαση με σκοπό να προσλάβει κάποιο άτομο που θα έχει τον ρόλο της καθημερινής συστηματικής φροντίδας και συνοδείας του. Ο Αμπντέλ, ένας νεαρός άντρας από τα προάστεια, χωρίς γραμματικές γνώσεις μήτε καλούς τρόπους αλλά μάλλον ελαφρώς περιθωριακός, καθώς έχει ήδη μπει τρεις φορές στη φυλακή, προσέρχεται στην οντισιόν μόνο και μόνο για να λάβει την υπογραφή από τον πιθανό εργοδότη ότι πέρασε από τη συνέντευξη μεν αλλά δεν προσελήφθη δε. Αυτό θα του επιτρέψει να συνεχίσει να λαμβάνει το επίδομα ανεργίας από την Πολιτεία και έτσι να έχει κάποιο εισόδημα. Έχει πρόσφατα απολυθεί από τη θέση του ταχυμεταφορέα φαγητού λόγω απάτης που είχε στήσει με πίτσες-φαντάσματα. Είναι αυθόρμητος, αυθεντικός, μονοκόμματος και προσκολλημένος στην αγαπημένη του χορευτική μουσική, την οποία απολαμβάνει με τα ακουστικά του. Δεν έχει χρόνο για χάσιμο και έτσι παρακάμπτει τον συνυποψήφιό του για το πόστο εργασίας. Μάλιστα, εδώ ο Χανιωτάκης προσθέτει ένα τα πολυάριθμα κωμικά στοιχεία που συναντάμε στην παράσταση: βάζει τον συνυποψήφιο να εμφανίζεται μετά από λίγο επί σκηνής έχοντας αντιγράψει ακριβώς το στυλ του Αμπντέλ στο πλαίσιο διεκδίκησης της θέσης εργασίας που προσφέρει ο Φιλίπ.

Ο Αμπντέλ ανακαλύπτει ότι το μελλοντικό του αφεντικό είναι "ένα κούτσουρο με φλύαρο κεφάλι" που ακούει "πεθαμενατζίδικη" κλασική μουσική κι αγνοεί τον Μπομπ Μάρλεϊ και τους Πινκ Φλόιντ. Δε γνωρίζει καν τι σημαίνει ο όρος "τετραπληγικός". Ωστόσο, προσλαμβάνεται δοκιμαστικά για ένα μήνα, γιατί όπως ακούμε δεν έχει τίποτα να χάσει ενώ την ίδια στιγμή ο Φιλίπ στοιχηματίζει πως η συνεργασία τους θα κρατήσει πολύ παραπάνω.

Ο Αμπντέλ έχει έναν ξάδερφο, τον Αντάμα μαζί με τον οποίο όμως έχει ζήσει στο ίδιο σπίτι σαν αδέρφια. Ο Αντάμα τού έχει κουβαλήσει τα πράγματά του σε μαύρες σακούλες, καθώς η "μητέρα και θεία του" δεν τον ανέχεται πια στο σπίτι με τη συμπεριφορά που έχει επιδείξει. Ο Αντάμα τον ενημερώνει ότι έχει μπλέξει με λαθραία τσιγάρα και για το λόγο αυτό κατέφθασε η αστυνομία στο σπίτι τους. Τον ενημερώνει όμως και για τη μάνα τους που, αποκαρδιωμένη, προσεύχεται για το καλό του Αμπντέλ. Ο τελευταίος περνάει μια βραδιά στον δρόμο μέχρι να ξεκινήσει η δουλειά του στο μέγαρο του Φιλίπ, γεγονός που δε δείχνει να μην το αντέχει. Την ίδια νύχτα, ο Φιλίπ βλέπει εφιάλτες στον ύπνο του και παραμιλάει ιδρωμένος. "Να διψάω και το σώμα μου να αρνείται να με νοιαστεί", τον ακούμε να διαπιστώνει πικρά.

Στη συνέχεια, η Μαγκαλί δίνει κατευθυντήριες οδηγίες στον Αμπντέλ για τα καθήκοντά του: η μέρα του ξεκινάει νωρίς, στις 7 το πρωί συγκεκριμένα ενώ η περιποίηση στον Φιλίπ διαρκεί περίπου ένα τρίωρο. Η τήρηση των κανόνων τηρείται απαρέγκλιτα και για το λόγο αυτό κανένας βοηθός δεν κατάφερε να συμπληρώσει μία εβδομάδα υπηρεσίας. Ιδιαίτερης προσοχής χρήζουν οι κρίσεις του αναπνευστικού που τον ταλαιπωρούν συχνά. Ο Φιλίπ έχει και μια κόρη, την Ελίζα: μια νεαρή κοπέλα κακομαθημένη, αγενή και πολυέξοδη.

Είναι η πρώτη μέρα του Αμπντέλ δίπλα στον Φιλίπ. Εκτός από το να κορτάρει την όμορφη Μαγκαλί, πρέπει να διδαχθεί και από τον φυσικοθεραπευτή του Φιλίπ τι ασκήσεις πρέπει να του κάνει για τις αρθρώσεις και το κυκλοφορικό του, το οποίο ο Αμπντέλ αποκαλεί αφελώς "κυκλοφοριακό". Η σκηνή που ο Αμπντέλ καθίζει, χωρίς να έχει εκπαίδευση (π.χ. δεν ξέρει ότι πρέπει οπωσδήποτε να τον δέσει), τον Φιλίπ στο αναπηρικό αμαξίδιο είναι μία από τις δυνατές του έργου, που ξεχωρίζει τόσο σκηνοθετικά όσο και ερμηνευτικά από την πλευρά και του Χατζηαγγελάκη (Αμπντέλ) και του Καρυστινού (Φιλίπ). Μία από τις φροντίδες που πρέπει να παρέχει στον Φιλίπ είναι να του φοράει ειδικές θεραπευτικές κάλτσες, πράγμα που αρχικά το αρνείται αλλά στο τέλος το κάνει. Και δεν είναι το πιο δύσκολο αυτό. Οφείλει να φοράει και γάντια (του τα δίνει η Μαγκαλί) για να μπορεί να καθαρίζει τον Φιλίπ από τη μέση και κάτω.

Ο Φιλίπ, μέσα στη δυστυχία του, φιλοσοφεί: μιλάει για τη ζωή που είναι στόχος και μυστήριο μαζί ενώ υπογραμμίζει πόσο "σημαντικό είναι να έχεις εσένα ολόκληρο".

Ο Αμπντέλ, χαμένος στον κόσμο της μουσικής και του χορού, κοντράρει την Ελίζα η οποία δεν παραλείπει να ανταποδίδει. Της τρώει επιδεικτικά την πίτσα κι εκείνη εκδικητικά σχεδόν του λέει ότι είναι προχθεσινή...

Τρίτη εβδομάδα δουλειάς κι ο Αμπντέλ έχει ήδη μάθει να κουράρει τα έλκη από τις κατακλίσεις του "κούτσουρου" που μιλάει συνέχεια. Τον ταΐζει στο στόμα, το κουτάλι βρίσκει το μάτι του Φιλίπ... ο τελευταίος προσκαλεί τον νοσοκόμο του σε μια πνευματική μονομαχία μέσω του παιχνιδιού του σκραμπλ. Εδώ έχουμε μια εξαιρετική σκηνή αναμέτρησης πνεύματος και σώματος με το μυαλό του Φιλίπ να υπερέχει. Δεν πρόκειται όμως για μια ανταγωνιστική δοκιμασία με νικητή και ηττημένο αλλά για μια μοναδική συνύπαρξη δύο αντιδιαμετρικά αντίθετων πλασμάτων που το ένα διδάσκεται και βελτιώνεται μέσα από την προσωπικότητα του άλλου.

Έτσι, ο Αμπντέλ εμπλουτίζει το λεξιλόγιό του μαθαίνοντας νέες δύσληπτες γι' αυτόν λέξεις όπως π.χ. τη λέξη "αιθεροβάμων". Δε θα αργήσει όμως να περάσει στην αντεπίθεση, αντιμετωπίζοντας με τον τρόπο του τον μορφωμένο Φιλίπ. Δημιουργεί τη λέξη "πατούρα" ενώ ο Φιλίπ, όντας ευφυής, τον αποκρούει με τη λέξη "φακλάδι" που ερμηνεύεται ως "παγίδα ωραίας γυναίκας". Τη σκηνή διακόπτει αλαζονικά η Ελίζα που περιφρονεί τον Αμπντέλ και τον αποκαλεί "κατοικίδιο".

Ο Φιλίπ δέχεται την πρωινή αλληλογραφία του. Ανάμεσα σε γράμματα δικηγόρων, υπάρχουν και τα προσωπικά, καθώς όπως βλέπουμε στη συνέχεια διατηρεί εξ αποστάσεως επικοινωνία με μια γυναίκα από το βορρά, την Ελεονώρα. Ο Αμπντέλ, κυνικός κι αστειευόμενος μαζί, του προτείνει να τηρείται και ντοσιέ με μπροσούρες υλικού πορνό... 

Ο Φιλίπ δίνει διαλέξεις στο πανεπιστήμιο στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Μιλάει για τον καπιταλισμό ως οικονομικό σύστημα και τον αναλύει, αποδεικνύοντας ξανά ότι ο πνευματικός πλούτος δεν μπορεί να καταργηθεί από τη σωματική αδυναμία. 

Κάποια στιγμή, η συζήτηση των δύο ανδρών έρχεται στο θέμα της καταγωγής του Αμπντέλ. Ο τελευταίος αποκαλύπτει ότι έχει να δει είκοσι χρόνια την πραγματική του μητέρα που ζει στην Αλγερία ενώ η γυναίκα στις εργατικές πολυκατοικίες είναι η θεία του. 

Εδώ ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια από τις κορυφαίες και έντονες σε δράση σκηνές, η μεταφορά της οποίας επί σκηνής είναι εντυπωσιακά σκηνοθετημένη από τον Χανιωτάκη. Οι δύο άντρες επιθυμούν διακαώς μια βόλτα με τη Μαζεράτι του Φιλίπ. Ο Αμπντέλ στα γόνατα του Φιλίπ γυρίζει γρήγορα το αμαξίδιο αναπαριστώντας την υψηλή ταχύτητα της Μαζεράτι (πρόκειται για τη σκηνή με την οποία ξεκινά και ολοκληρώνεται η ταινία). Η αστυνομία τους εντοπίζει και ο Φιλίπ προσποιείται πολύ πειστικά ("οσκαρική ερμηνεία") κρίση με την υγεία του προκειμένου να γλιτώσουν το πρόστιμο ή όποια άλλη συνέπεια συγχρονιζόμενος απόλυτα με τον "θεατρίνο" Αμπντέλ. Απολαμβάνουν την περιπέτεια, οι δύο άνθρωποι δένονται, με άλλα λόγια χαίρονται όσο τίποτα τη σχέση τους που έχει πια εξελιχθεί σε φιλία.

Ο Φιλίπ είναι ρομαντικός. Θυμάται νοσταλγικά την εποχή που τραγουδούσε στην όπερα, στο έργο Τόσκα. Υπαγορεύει επιστολές (με αναφορές στον Γάλλο ποιητή του 19ου αιώνα Απολινέρ) στη γραμματέα του προς την Ελεονώρα. Πάλι κυνικός αλλά ειλικρινής ο Αμπντέλ θα σχολιάσει πως το όνομά της θυμίζει μαλακτικό... 

Ο Αμπντέλ προσεγγίζει την Ελίζα μοιραζόμενος μαζί της ένα τσιγάρο. Είναι η πρώτη φορά που κάνουν έναν ειρηνικό διάλογο οι δυο τους.

Βρισκόμαστε σε ένα ατελιέ. Ο Φιλίπ, φιλότεχνος γαρ (ήδη από το σκηνικό που αναπαριστά το πολυτελές σαλόνι του παρατηρούμε ότι ο τοίχος κοσμείται από πίνακα ζωγραφικής πάνω από το τζάκι) πρόκειται να αγοράσει έναν πίνακα. Ο Αμπντέλ υποβαθμίζει τα όσα βλέπει τριγύρω του. Δεν εκτιμά την κρεμάμενη διακόσμηση που μοιάζει με "βελέντζα από τα ΙΚΕΑ" ούτε την "Κόκκινη Κίσσα", έργο ζωγραφικής με χρώματα "βιβεχρώμ" όπως τον ακούμε να λέει χλευάζοντας. Ο ζωγράφος του έργου του τονίζει ότι "η τέχνη δεν κοστολογείται" όταν ο Αμπντέλ ερωτά την τιμή του. Ο Φιλίπ, από τη μεριά του, τού μαθαίνει ότι η τέχνη είναι το αποτύπωμα του ανθρώπου πάνω στη Γη (μία από τις ωραιότερες ατάκες του έργου). Ο Αμπντέλ πάλι αμφιβάλλει για την τέχνη, υποστηρίζει πως κι αυτός μπορεί να αφήσει τέτοιου είδους αποτυπώματα ενώ η Ελίζα τον προσβάλλει λέγοντας πως τα αποτυπώματά του υπάρχουν σε διάφορα αστυνομικά τμήματα... Στη σκηνή αυτή έχουμε ένα αιχμηρό σχόλιο για το δήθεν ενίοτε της τέχνης που συγκρούεται με την υψηλή της από την άλλη πλευρά αξία και τη διαχρονική προσφορά της.

Πάλι πίσω στο αρχοντικό του Φιλίπ, η Μαγκαλί παραπονιέται στον εργοδότη της για την άκομψη συμπεριφορά του Αμπντέλ αφηγούμενη περιστατικό με γείτονα που τους είχε κλείσει την έξοδο με το αυτοκίνητό του. Ο Φιλίπ τη σταματά και τη διορθώνει καθώς αυτός αγαπά το δίχως έλεος φέρσιμό του. Αυτό ακριβώς εξάλλου θέλει: να μην τον οικτίρουν.

Το σκηνικό αλλάζει. Μέσα στο σκοτάδι με τους δύο αδερφούς, Αμπντέλ και Αντάμα, αντικρυστά να φωτίζονται με φακό (σ' αυτό βοηθάει η ηθοποιός Χρύσα Μιχαλοπούλου που υποδύεται την κόρη) εκτυλίσσεται μια επόμενη σκηνή που αναδεικνύει το επιρρεπές του χαρακτήρα του Αμπντέλ. Ο Αντάμα τού προτείνει ληστεία σε νέο κατάστημα όπου δεν έχουν ακόμα τοποθετηθεί κάμερες παρακολούθησης. Ο Αμπντέλ δελεάζεται μα στο τέλος δε συναινεί. Έχει κόψει τις παλιές συνήθειες. Ο Αντάμα αποχωρεί ζητώντας να του φέρει χαβιάρι από το πλουσιόσπιτο.

Είναι αργά το βράδυ κι ο Φιλίπ παθαίνει πάλι κρίση στον ύπνο του. Ο Αμπντέλ τον βγάζει έξω για βόλτα στο ποτάμι ώστε να αναπνεύσει καθαρό αέρα. Είναι τέσσερις το πρωί. Ο Φιλίπ έχει πολύ καιρό να βρεθεί εκτός σπιτιού τέτοια ώρα. Η κρίση του οφείλεται σε παρενέργεια φαρμάκων που ονομάζεται "πόνος-φάντασμα". Ο ίδιος νιώθει σαν "κατεψυγμένη μπριζόλα σε καυτό λάδι". Κι ενώ η δύσπνοια ήταν ο λόγος που τους οδήγησε έξω τα χαράματα, τα πνευμόνια του Φιλίπ ανοίγουν με το αλγερινό χόρτο που τον κερνάει ο νοσοκόμος του. Μιλάνε για σεξ, πράγμα απαγορευμένο στον Φιλίπ λόγω της κατάστασής του. Τότε αποκαλύπτει στον ανυποψίαστο Αμπντέλ πως υπάρχουν κι άλλες ερωτογενείς ζώνες πάνω στο σώμα, όπως τα αυτιά. Οι δύο φίλοι γελούν μιλώντας για "κόκκινα και σκληρά αυτιά'' κατά το πρωινό ξύπνημα. Ο Φιλίπ θυμάται τη γυναίκα του την Μπεατρίς που πέθανε από καρκίνο τρία χρόνια μετά το δικό του ατύχημα. Ομολογεί ότι αυτή είναι η πραγματική του αναπηρία: το ότι ζει δίχως εκείνη. Θυμάται ακόμη το ατύχημά του την ώρα που έκανε παραπέντε. Ένιωθε αθάνατος. Ένιωθε, όπως χαρακτηριστικά λέει, ότι κατουρούσε τον κόσμο... Μέχρι που έπεσε, ο τρίτος και ο τέταρτος αυχενικός του τσακίστηκαν κι εκείνος κατέληξε να εξασκεί το πιο ακριβό σπορ: την ίδια την αναπηρία.

Έχουν παρέλθει τρία ολάκερα χρόνια. Ο Αμπντέλ εργάζεται ακόμα εκεί, στο πλάι του Φιλίπ. Έχει μάθει να διαβάζει βιβλία από την πελώρια βιβλιοθήκη του αριστοκράτη. Κάθε μέρα ζει, όπως αναφέρει ¨"στην κόψη του ξυραφιού". "Ο αβοήθητος και το παράσιτο" είναι ο τίτλος που δίνει σ' αυτόν και τον κύριό του. Έχει μάλιστα αρχίζει να ζωγραφίζει. Ο πίνακάς του με τη μορφή ενός σκύλου, θα πουληθεί ακριβά, με τη μεσολάβηση βέβαια του Φιλίπ που διαθέτει "υψηλές γνωριμίες".

Κι ενώ η αλληλογραφία με την Ελεονώρα καλά κρατεί μετά από τόσο καιρό, ο αποφασιστικός Αμπντέλ αντιδρά και παίρνει την πρωτοβουλία να φέρει σε επαφή τον Φιλίπ μαζί της μέσω του τηλεφώνου. Μάλιστα, θα την καλέσει και στα γενέθλιά του αργότερα με όλα τα έξοδα πληρωμένα: από το αεροπορικό εισιτήριο μέχρι τη λιμουζίνα που θα τη μεταφέρει. Και εδώ έχουμε άλλη μια υψηλής καλλιτεχνικής αξίας σκηνή με τον Αμπντέλ να σπάει τη μονοτονία στη ζωή του Φιλίπ και να τον εμπλέκει στη δράση δηλαδή στην αληθινή ζωή. Γιατί είναι "πραγματιστής". Του αρέσει η αλήθεια, η ενέργεια, η διά ζώσης επικοινωνία και η αλληλεπίδραση κι όχι η απόσταση και τα χλιαρά λόγια. Όχι οι αναβολές.

Θα ακολουθήσουν κι άλλες αξέχαστες στιγμές: τα γενέθλια του Φιλίπ, η νουθέτηση του Ελίζας από τον εξοργισμένο πια Αμπντέλ, η δική της εκδοχή και εμπειρία ζωής που θα αντιταχθεί στις όποιες παρατηρήσεις και φωνές επίπληξης, το ατύχημα του Αμπντέλ με τη Μαζεράτι μαζί με τον αδελφό του μέσα, η επιστροφή του κλεμμένου αβγού, δώρου της Μπεατρίς με σπουδαία συναισθηματική αξία...

Θα ακουστούν ανατριχιαστικά ανθρώπινες ρήσεις όπως: "Η μοναξιά είναι κάτι ιερό", "Ο παράδεισος είναι οι άλλοι'' - αντιστροφή φυσικά του σαρτρικού "Η κόλαση είναι οι άλλοι'', "Να σώζουμε ο ένας τον άλλο, μόνο έτσι θα είμαστε άθικτοι".

Ο Νικορέστης Χανιωτάκης ακροβατεί και ισορροπεί επιτυχώς ανάμεσα στο κινηματογραφικό και το θεατρικό στοιχείο. Με ποικίλες κωμικές προσθήκες (συχνές και -γιατί όχι όμως;- εμπορικές) αφαιρεί από το βάρος και τις δυσκολίες που έχουν αντικειμενικά η αναπηρία μεν και η φτώχεια δε (Φιλίπ και Αμπντέλ αντίστοιχα). 

Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης είναι άξιος θερμών συγχαρητηρίων, καθώς ενσαρκώνει γλαφυρά τον γραφικό και ανεπιτήδευτο νοσοκόμο. Η κίνησή του πάνω στη σκηνή ξεχωρίζει και δένει ιδανικά με τον Αντώνη Καρυστινό που, πολύπειρος πλέον ηθοποιός, υποκρίνεται άριστα τον ρόλο του μελαγχολικού αριστοκράτη, που αυτό που του λείπει δεν είναι τόσο ένας αποτελεσματικός βοηθός όσο ένας πραγματικός φίλος που θα τον μάθει να πετάει και να είναι ελεύθερος

Όλο το έργο εξάλλου είναι ένας ύμνος στη φιλία και ευρύτερα στις ανθρώπινες σχέσεις, στην αναγκαιότητα και τη σπουδαιότητα αυτών.

Ομοίως, ο Σταύρος Καλλιγάς που υποδύεται περισσότερους ρόλους (συνυποψήφιος - φυσικοθεραπευτής - αστυνομικός - ζωγράφος) κερδίζει το κοινό με το έμφυτο χιούμορ του, το ταλέντο του και την αμεσότητά του στο κοινό.

Τέλος, οι Τζωρτζίνα Λιώση (Μαγκαλί), η Χρύσα Μιχαλοπούλου (Ελίζα) και Μιχάλης Ψαλίδας (Αντάμα) αναλαμβάνουν με επιτυχία τους ρόλους τους ερμηνεύοντάς τους μετρημένα και παραστατικά.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ:

Video: https://www.youtube.com/watch?v=sGrNmnNHbv4

Παραστάσεις από Τετάρτη έως Κυριακή

Σκην-κοστούμια: Αρ. Μουστάκα, Μουσική: Αντ. Παπακωνσταντίνου, Φωτ.: Μ. Μάσχα



Σ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου