Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2022

 


                                            Θέατρο ανηλίκων: "Ο ΕΓΩΙΣΤΗΣ ΓΙΓΑΝΤΑΣ"

                                                  του Όσκαρ Ουάιλντ

                                                    Θέατρο Πειραιώς 131

                                                              Γκάζι

Κυριακή, 23/01/2022

11.30 πμ.

Κριτική παράστασης

της Μαρίνας Αποστόλου

Το κλασικό παραμύθι του Όσκαρ Ουάιλντ επέλεξε να διασκευάσει και να παρουσιάσει στο παιδικό κοινό τη φετινή θεατρική περίοδο ο Μιχάλης Κόκκινος, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής του έργου. Με τρόπο άμεσο και απλό επιδιώκει μέσα από την παράσταση, που ανεβαίνει κάθε Κυριακή στις 11.30 το πρωί στο θέατρο της οδού Πειραιώς 131 στο Γκάζι, να καταδείξει το συναίσθημα του εγωισμού και τις συνέπειές του.

Αφηγήτρια της ιστορίας είναι η εικοσιπεντάχρονη Μύριαμ, πρώην μαθήτρια στο δημοτικό σχολείο θηλέων μιας γειτονιάς στο Μπέλφαστ γυμνής από πάρκα για τα παιδιά. Θυμάται τα παιδικά της χρόνια, όταν μετά το τέλος των μαθημάτων, γεμάτη χαρά και ξεγνοιασιά, επισκεπτόταν για να παίξει με άλλες τρεις φίλες της έναν πανέμορφο πελώριο κήπο, κοντά στο σχολείο τους. Επιστάτης στο χώρο αυτό ήταν ο Μπάφερ, ένας μάλλον δύσμορφος αλλά καλοπροαίρετος νεαρός υποτακτικός του απόντα ιδιοκτήτη γίγαντα. Όταν ο τελευταίος επιστρέφει απρόσμενα μετά από χρόνια, συναντά τα παιδιά να χαίρονται τον κήπο του πύργου του, θυμώνει και τα διώχνει κακήν κακώς εφιστώντας αυστηρά την προσοχή του Μπάφερ στο θέμα της επιτήρησης και φύλαξης.

Κι ενώ η εποχή της άνοιξης έχει μπει για τα καλά, στον κήπο του γίγαντα καταφθάνουν παραδόξως οι νύμφες του χειμώνα. Παγωνιά, χαλάζι και χιονιάς σκεπάζουν την αυλή του ενώ τα πουλιά, των οποίων το κελάηδισμα τόσο αγαπούσε ο γίγαντας, έχουν φύγει πρώτα απ' όλα. Κάποια στιγμή, στον κήπο του γίγαντα έρχεται ένα άγνωστο, παράξενο αγόρι που με την αθωότητά του θα καταφέρει να μαλακώσει τη σκληρή καρδιά του κάνοντάς τον να συνειδητοποιήσει τη μοναξιά του. Όταν το αγόρι εξαφανίζεται ξαφνικά, ο γίγαντας απορεί και το αναζητεί χωρίς αποτέλεσμα. Κι όταν αυτό ξανάρθει, θα είναι για να τον πάρει για πάντα μαζί του...

Με εξαιρετικά σκηνικά και κοστούμια - ξεχωρίσαμε το καπέλο και τα παπούτσια του γίγαντα αλλά και "το δέντρο της αγάπης''- με πολλή χορευτική κίνηση επίσης, τραγούδι και ειδικά εφέ, η παράσταση καταφέρνει να μεταδώσει ξεκούραστα και ευχάριστα τα μηνύματα του Ιρλανδού συγγραφέα. Κάποιες στιγμές μάλιστα, (η παράσταση) γίνεται και διαδραστική δίνοντας τον λόγο στα παιδιά για να χαρακτηρίσουν με επίθετα τον κήπο του γίγαντα. Συγκινητική είναι η αναπαράσταση του νεκρού πια αγοριού που έχει αναληφθεί στον παράδεισο. Η αξιοσύνη για την είσοδο ή μη σε αυτόν έχει προοικονομηθεί ήδη από την αρχή του έργου στους διαλόγους των κοριτσιών που μαλώνουν χαριτωμένα ενόσω παίζουν.

Το έργο διαρκεί περίπου 90' με ένα σύντομο διάλειμμα, απαραίτητο για την αλλαγή κοστουμιών των ηθοποιών.

Συντελεστές

Σκηνοθεσία : Μιχάλης Κόκκινος

Χορογραφίες : Ζωή Σαρίδου

Σκηνικά: Θοδωρής Κόκκινος

Κοστούμια: Εύη Μπαράκου
Υποδήματα : Ηλιόδερμα
Φωτισμοί : Θοδωρής Κόκκινος
Μουσική: Μιχάλης Κόκκινος
Εγγραφή Μουσική : StudioEra
Περούκες : Ευγ. Παπαδοπούλου
Αφίσα : Ελεάνα Μακρή
Φωτογράφηση : Δημήτρης Πούπαλος

Τους Ρόλους υποδύονται οι ηθοποιοί :
Μύριαμ : Μαρίνα Καλαματιανού
Νάνση : Κωσταντίνα Αλεξανδράτου
Νταλλή : Λουκία Ανάγνου
Κρίστη : Μαρία Λεούση
Μπάφερ : Στέλιος Κουλετάκης
Γίγαντας : Μιχάλης Κόκκινος
Χιόνι : Μαρίνα Καλαματιανού
Χαλάζι : Κωσταντίνα Αλεξανδράτου
Παγωνιά : Λουκία Ανάγνου
Μικρό Αγόρι : Μαρία Λεούση

Video: https://www.youtube.com/watch?v=dA-YxCVfXRI

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2022

 


«Ευαίσθητη Ισορροπία»

του Έντουαρντ Άλμπι

ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ Αντωνίου

Πλ. Κολιάτσου

Κυριακή, 16/1/2022, 8μμ

 

Δραματολογική ανάλυση & Κριτική παράστασης

της Μαρίνας Αποστόλου

 

«Μήπως τελικά δε μας αρέσει η ευτυχία κι έτσι ετοιμάζουμε μια μεγάλη δόση απελπισίας; Γιατί ζηλεύουμε αυτούς που έχουν λιγότερα;»

 

Το βραβευμένο με Πούλιτζερ έργο Ευαίσθητη ισορροπία (1967) του Έντουαρντ Άλμπι επέλεξε να σκηνοθετήσει εφέτος ο ογκόλιθος της υποκριτικής τέχνης Αντώνης Αντωνίου στο θέατρο «Θεατρική Σκηνή» της οδού Νάξου 84 στην Κυψέλη.

Εκτός από τη σκηνοθεσία, ερμηνεύει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Τόμπι έχοντας στο πλάι του τη Νατάσα Ασίκη στο ρόλο της Κλαίρης, τη Στέλλα Παπαδημητρίου ως Άγκνες, τον Ηλία Κατέβα που υποδύεται τον Χάρη, την Ειρήνη Κονίδου στο ρόλο της Έντας και την Ελένη Κούστα που ερμηνεύει την Τζούλια.

Αναπόδραστα, η πρώτη επαφή του θεατή έχει να κάνει με τον ίδιο το χώρο του θεάτρου ξεκινώντας από το φουαγιέ και περνώντας σε δεύτερο χρόνο στην πλατεία και στην πρώτη εντύπωση που εισπράττεται από τα σκηνικά της παράστασης. Στο αρχικό λοιπόν αυτό σημείο οφείλουμε να υπογραμμίσουμε το καλαίσθητο στοιχείο του θεάτρου, τις υπέροχες φωτογραφίες – ντοκουμέντα που κοσμούν τους τοίχους του αλλά κυρίως μας ταξιδεύουν στο δημιουργικό παρελθόν του, στο ευγενικό προσωπικό που εργάζεται εκεί αλλά και στον καφέ που προσφέρεται πριν την έναρξη.

Στη συνέχεια, τα σκηνικά, τα οποία μαζί με τα κοστούμια έχει επιμεληθεί ο Νίκος Κασαπάκης, μας μεταφέρουν το δίχως άλλο στο σαλόνι του σπιτιού που συνέλαβε η ιδιοφυΐα του Άλμπι. Το οίκημα αυτό αποτελείται από δύο επίπεδα, καθώς πρόκειται για μεζονέτα, με σκάλα που οδηγεί στα υπνοδωμάτια, με καναπέ στο καθιστικό ο οποίος φιλοξενεί τους ενοίκους και τους επισκέπτες του μα το κυριότερο με το μπαρ – πάγκο ποτών που αποτελεί το βασικό σημείο αναφοράς του έργου.

Κι αυτό διότι ο αλκοολισμός, η εξάρτηση από το ποτό και ο παρασιτισμός που προκαλεί η κατάχρησή του συνιστούν τον κύριο άξονα προβληματισμού του Αμερικανού συγγραφέα. Η Κλαίρη, η αδερφή της Άγκνες, είναι εθισμένη στο αλκοόλ, πίνει από το πρωί και ποτέ δεν αρνείται ένα ακόμη ποτήρι. Κατά συνέπεια, η έξη της δεν της επιτρέπει να κάνει διαφορετικά κι εξαρτημένη ούσα, έχει αυτό-φυλακιστεί μέσα στο πλέγμα προστασίας της οικογένειάς της με την οποία μοιραία συγκατοικεί. Η κριτική της Άγκνες στο πρόσωπό της δεν την κάνει να διορθωθεί αντίθετα οξύνει τη διάθεση για χιούμορ που αγγίζει τα όρια του κυνισμού. Η Νατάσα Ασίκη ερμηνεύει μοναδικά το ρόλο της αυτοκαταστροφικής Κλαίρης που αποτυγχάνει να αποτοξινωθεί μα και που αγαπά όσο κανείς στην υπόθεση του έργου τη ζωή. Με ένα ποτήρι στο χέρι, ενίοτε ξαπλωμένη πάνω στα μεγάλα μαξιλάρια του καθιστικού παίζοντας με το ποτό πάνω στο μέτωπό της αλλά και παλεύοντας να διασκεδάσει την πλήξη της με το ακορντεόν της, η Κλαίρη είναι το δραματικό πρόσωπο που ενσαρκώνει κατεξοχήν τον τίτλο του έργου παραπαίοντας ανάμεσα στη λογική και τη φθορά.

Δεν είναι όμως μόνο ο αλκοολισμός και οι παράμετροί του το θέμα που απασχολεί τον Άλμπι. Η επιείκεια, η κατανόηση, η ανθρωπιά, η δικαιολόγηση, οι παραχωρήσεις στο πλαίσιο της συνύπαρξης, η αξία της φιλίας κυρίως παίρνουν σάρκα και οστά στο πρόσωπο του Τόμπι, του συζύγου της Άγκνες και πατέρα της Τζούλιας. Ευαίσθητος, χαμηλών τόνων και μερικές φορές σκοπίμως άβουλος, με τα μάτια συχνά να κοιτάζουν το πάτωμα, ο Τόμπι είναι το πρόσωπο που θα επιλέξει τη σιωπή για να αντιμετωπίσει την ένταση μέσα στην οικογένεια, που θα προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία στην Κλαίρη, που θα δεχτεί τις λεκτικές επιθέσεις της συζύγου του που εντούτοις στο παρελθόν έχει απατήσει αλλά και που θα υπερασπιστεί – όσο κι αν δεν θέλει – με πάθος τον φίλο του τον Χάρη ο οποίος εισβάλλει απρόσκλητος στην οικία του με τη γυναίκα του την Έντα δεχόμενος την απώθηση από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. «Φέρε τον τρόμο σου και την πανούκλα σου… μετά από 40 χρόνια φιλίας έχεις δικαίωμα…» Πρόκειται για μια σκηνή υψηλής καλλιτεχνικής αξίας μέσα από την οποία ο Αντώνης Αντωνίου αποδεικνύει για πολλοστή φορά το υποκριτικό του μεγαλείο.

Η Άγκνες πάλι, η φωνή της λογικής, σύζυγος του Τόμπι, αδερφή της Κλαίρης και μητέρα της Τζούλιας, προσπαθεί μέσα από τη σκληρότητα – απόρροια της απελπισίας και συνάμα, όπως δηλώνει, ασπίδα προστασίας, να διατηρήσει την εύθραυστη ισορροπία του σπιτιού της. Φοβάται μην παρανοήσει οδηγούμενη στην τρέλα, προσφέροντας ταυτόχρονα την πολυτέλεια στον Τόμπι να πουλήσει το σπίτι τους για να αποσυρθεί σε ήσυχη περιοχή όπου θα ζήσει, όπως ακούμε στο έργο, έως τα 104… Έχει κουραστεί να στηρίζει την Κλαίρη αναφορικά με το πρόβλημα του ποτού ενώ στο μυαλό της δε χωρά γιατί κάποιος που θέλει να πεθάνει του παίρνει, όπως λέει, μια ζωή για να το επιτύχει… Στο παρελθόν, έχει βιώσει την τραγική εμπειρία απώλειας παιδιού (κοινός τόπος στον Άλμπι) ενώ γνωρίζει για την απιστία του Τόμπι το ίδιο καλοκαίρι που το μωρό είχε χάσει τη ζωή του. Ωστόσο, ως τρυφερή μητέρα, θα παρηγορήσει και πάλι την κόρη της Τζούλια που χωρίζει για τέταρτη φορά αλλά και θα της θέσει όρια σε μια απέλπιδα προσπάθεια να την καταστήσει υπεύθυνη έστω την ύστατη στιγμή όταν θα της φωνάξει να διεκδικήσει μόνη της το υπνοδωμάτιό της το οποίο έχουν καταλάβει προκλητικά οι νονοί της, Χάρης και Έντα. Η Στέλλα Παπαδημητρίου στέκεται αντάξια απέναντι στον ρόλο της στιβαρής Άγκνες που αποκρούει και δε δικαιολογεί εύκολα τις ανθρώπινες αδυναμίες.

Χάρη και Έντα: Το από δεκαετίες φιλικό ζευγάρι των Τόμπι και Άγκνες. Παρασκευή βράδυ κι ενώ εντελώς ξαφνικά βιώνουν την τραυματική εμπειρία της κρίσης πανικού, προσέρχονται – δικαιωματικά εν τέλει; – στο σπίτι των φίλων τους οι οποίοι οφείλουν το ίδιο Σαββατοκύριακο να αντιμετωπίσουν τη μόνιμη παθογένεια της Κλαίρης αλλά και το τέταρτο διαζύγιο της ανώριμης κόρης τους. Η Έντα δε θα διστάσει να χαστουκίσει την Τζούλια που σαν κακομαθημένο κοριτσάκι απαιτεί το παιδικό της δωμάτιο φωνάζοντάς της να μάθει να συνυπάρχει επιτέλους στα 36 της χρόνια. Ο Χάρη, πάλι από την μεριά του, θα παραδεχτεί ότι στη θέση του Τόμπι δε θα δεχόταν και μάλιστα «για πάντα» μέσα στο σπίτι του άλλα άτομα ακόμα κι αν η φιλία τους μετρούσε πολλά χρόνια. Το ζεύγος αυτό γίνεται η αφορμή, σε συνδυασμό με την επιστροφή της Τζούλιας, να έλθουν στο φως τόσο η δύναμη όσο και η αδυναμία της οικογένειας αλλά και να αποκαλυφθεί η αλήθεια και το ψέμα των ανθρώπινων σχέσεων που είναι διαχρονικά τόσο δύσκολες και συχνά ετοιμόρροπες. Ο Ηλίας Κατέβας και η Ειρήνη Κονίδου αναλαμβάνουν τους αντίστοιχους ρόλους «κουμπώνοντας» απολύτως ταιριαστά και πειστικά με τα υπόλοιπα μέλη του εξαιρετικού αυτού θιάσου.

Τέλος, η Τζούλια, ένα παιδί που δε μεγάλωσε ποτέ, ενσαρκώνει την απαξία της υπέρμετρης κτητικότητας: της ανήκουν όλα. Τόσο το σπίτι όσο και οι γονείς της. Μοναχοπαίδι γαρ, ίσως είχε χαρεί όταν ο μικρότερος αδερφός της δεν υπήρχε πια στη ζωή δίνοντας από νωρίς το στίγμα της απαίτησης για αποκλειστικότητα. Με τέσσερις αποτυχημένους γάμους δεν πείθει για τη σοβαρότητά της ενώ δε θα διστάσει να αρπάξει το όπλο του πατέρα της για να απειλήσει τους ανεπιθύμητους νονούς της. Η Ελένη Κούστα υποδύεται το ρόλο της κόρης με τη συνέπεια που αυτός χρειάζεται.

 

Πρόκειται στο σύνολό της για μια παράσταση – κομψοτέχνημα. Ο Αντωνίου διάλεξε έναν δύσκολο δρόμο για βαδίσει εφέτος, γεγονός που ομολόγησε στο κοινό στο πέρας της κυριακάτικης παράστασης. Παρόλα αυτά, η μακρόχρονη εμπειρία του αποτέλεσε εχέγγυο για την επιτυχία του ανεβάσματος αυτού το οποίο αξίζει πραγματικά θερμά συγχαρητήρια.

Ο Έντουαρντ Άλμπι βάζει κάτω από το συγγραφικό του μικροσκόπιο ζευγάρια που συγκρούονται σφοδρά αλλά δε χωρίζουν, παιδιά που πεθαίνουν μωρά, ανθρώπινες πληγές που δεν επουλώνονται ποτέ, μυστικά που δεν αποκαλύπτονται αλλά και όταν φανερώνονται πάντα αφήνουν πίσω τους μια ασάφεια, επισκέψεις προσώπων που πυροδοτούν συγκλονιστικές αποκαλύψεις, σχέσεις μολυσμένες και ανταγωνιστικές, δίπολα όπως «ζεστασιά-παγωνιά», «θάνατος-ζωή», «λογική-παράνοια», «σοβαρότητα-ανωριμότητα», εκρήξεις και υφέσεις μέχρι τη λύτρωση, αν αυτή έρχεται ποτέ.

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ:

Μετάφραση: Αθανασία Καραγιαννοπούλου

Σκηνοθεσία: Αντώνης Αντωνίου

Σκηνικά - Κοστούμια: Νίκος Κασαπάκης

Φωτισμοί: Μαριέττα Παυλάκη

 

 

Παίζουν οι ηθοποιοί:

Αντώνης Αντωνίου

Νατάσα Ασίκη

Στέλλα Παπαδημητρίου

Ηλίας Κατέβας

Ειρήνη Κονίδου

Ελένη Κούστα

 

Youtube: https://www.youtube.com/watch?v=qvqo3if0AqA

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2022

"Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ" της Άλκης Ζέη

Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου

Κεραμεικός

Θέατρο ανηλίκων

Κυριακή, 9/01/2022, 11.30 πμ

της Μαρίνας Αποστόλου

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η'...: Ο Πέτρος είναι το παιδί που μαθαίνει βιωματικά το "ή'', αυτό με τον τόνο, το "ή" το διαζευκτικό, που λέμε, της γλώσσας κι ας έχει φάει κατσάδες από το δάσκαλό του στο σχολείο για το λόγο αυτό. Κατσάδες που δεν πιάσανε ποτέ μέχρι που ήρθαν τα πανό με τα συνθήματα.


Μαθήματα σκηνοθεσίας παραδίδει ο Τάκης Τζαμαργιάς μέσα από την παράσταση "Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου" στο θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου στον Κεραμεικό, κάθε Κυριακή με διπλή παράσταση στις 11.00 πμ και 15.30 μμ αντίστοιχα. Συνοδοιπόροι στο έργο του ο Χρήστος Τζαμαργιάς ως πρώτος βοηθός σκηνοθέτη και η Νεφέλη Βλαχοπαναγιώτη ως δεύτερη βοηθός. Ο Τάκης Τζαμαργιάς υπογράφει επίσης και τη διασκευή του μυθιστορήματος της Άλκης Ζέη σε συνεργασία με τον Σάββα Κυριακίδη. Σημειωτέο ότι πρόκειται για την τέταρτη φορά που ο Τζαμαργιάς σκηνοθετεί το εν λόγω έργο.

Υπόθεση του έργου & δραματολογική ανάλυση

Βρισκόμαστε στα 1940, 27 Οκτωβρίου, μία ημέρα πριν την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Ο Πέτρος, 9 χρονών, μαθητής της Δ' τάξης του δημοτικού σχολείου, ζει μαζί με την οικογένειά του στην Κυψέλη στον πρώτο όροφο ενός δίπατου κτηρίου. Η οικογένειά του αποτελείται από τους γονείς του Ανδρέα -λογιστή στο επάγγελμα- και Ελένη, την Αντιγόνη, την αδελφή του, ετών δεκατεσσάρων και τον παππού του, συνταξιούχο υποβολέα που δεν παύει να νοσταλγεί τις παλιές χρυσές στιγμές του θεάτρου και ειδικότερα τη "μεγάλη Αντιγόνη", πιθανότατα ντίβα της υποκριτικής στην οποία οφείλει και το όνομά της η εγγονή του.

Στο δεύτερο όροφο κατοικεί ο καλύτερός του φίλος, ο Σωτήρης μαζί με τη δική του οικογένεια ενώ από το οίκημά τους μπορεί κανείς δει την Ακρόπολη. Στη γειτονιά αυτή υπάρχει κι ένας φούρνος που ανήκει σε Ρώσους οι οποίοι έχουν τρεις κόρες τις επονομαζόμενες "τρεις τσαρίνες".

Η 27η Οκτωβρίου είναι μια μέρα καλά χαραγμένη στη μνήμη του Πέτρου. Είναι η απαρχή μιας ζωής γεμάτη περιπέτεια, αγωνία, στερήσεις, φόβο, αβεβαιότητα αλλά και δράση, δυνατές φιλίες, ελπίδα και εξέλιξη. Μία μέρα πριν ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και για την Ελλάδα, πεθαίνει το τριζόνι του Πέτρου, το αγαπημένο του ζουζούνι. Δεν είναι όμως το μοναδικό του κατοικίδιο. Υπάρχει και ο Θόδωρος, μια χελώνα την οποία απέκτησε δίνοντας ως αντάλλαγμα ένα σακουλάκι σβόλους. Το σπίτι του Πέτρου μυρίζει πράσινο σαπούνι από τη λάτρα της μητέρας του ενώ η Αντιγόνη, έφηβη καθώς είναι, κατσαρώνει τα μαλλιά της για να μοιάσει στις Αμερικανίδες σταρ του σινεμά και μεγαλοπιάνεται εφόσον επιλέγει να συναναστρέφεται μόνο αγόρια από το Αμερικανικό Κολλέγιο. Ο Ανδρέας, υπάλληλος σε εταιρεία, κερδίζει λίγα και για το λόγο αυτό εργάζεται πάντα ως λογιστής και στο σπίτι.

Είναι Κυριακή και ο Πέτρος δεν έχει προετοιμαστεί για τη γεωγραφία της επομένης μέρας στο σχολείο. Στο σπίτι τους καταφθάνει ο θείος τους ο Άγγελος για να συμφάγουνε μοσχαράκι με πατάτες. Ως νέος άνδρας, θέλει να ζήσει τη ζωή του -είναι 32 ετών και μετά το γεύμα τον περιμένει το "ραντεβουδάκι του''- γνωρίζει όμως καλά ότι ο πόλεμος δε θα αφήσει την Ελλάδα ατάραχη γι' αυτό και προειδοποιεί την οικογένεια να εξασφαλίσει αλεύρι και ζάχαρη. Η Ρίτα, η καλύτερη φίλη της Αντιγόνης και Εβραία στο θρήσκευμα, είναι ερωτευμένη μαζί του κι ενθουσιάζεται όταν εκείνος, επιστρατευμένος πλέον, την αποχαιρετά με ένα φιλί.

Ο Β' ΠΠ είναι πια γεγονός. Η Ελένη δε βρίσκει τρόφιμα στον μπακάλη ενώ ο Ανδρέας γρήγορα χάνει τη δουλειά του. Γι' αυτό και μένει πια πολλές ώρες στο σπίτι και παρακολουθεί με βάση τον χάρτη την πορεία του ελληνικού στρατού. 

Τα αγόρια ωστόσο απ' τη μεριά τους είναι χαρούμενα γιατί "χάνουν σχολείο" και μέσα στη φυσιολογική τους αθωότητα ξεκινούν για ένα βίωμα που θα τα κάνει να ανδρωθούν απότομα.

Κι όσο ο ελληνικός στρατός προελαύνει και σημειώνει νίκες όπως το Τεπελένι, τόσο ο κόσμος πίσω στην Αθήνα παλεύει να επιβιώσει με κάθε τρόπο. Οι γυναίκες πλέκουν κασκόλ και κάλτσες. Η Λέλα, γειτόνισσα της οικογένειας, αρραβωνιάζεται τον Μάικλ, Εγγλέζο αξιωματικό φιλοξενώντας και τον σκύλο του τον Στορμ, τον οποίο ως φιλόζωος θα λατρέψει και ο Πέτρος. Ο Άγγελος στέλνει γράμμα από το μέτωπο και παραπονιέται για κρυοπαγήματα στο πόδι ενώ οι τσαρίνες εκμεταλλεύονται την ευκαιρία και καρπώνονται τα κοσμήματα της Ελένης έναντι τροφίμων. Στην υπόθεση του έργου δρα έμμεσα και ο Κοντογιάννης, λαδέμπορας και όπως καταλαβαίνουμε μαυραγορίτης που αργότερα θα παντρευτεί τη μητέρα του Σωτήρη και θα την πάρει μαζί του στη μακρινή Αλεξανδρούπολη, χωρίς το Σωτήρη. 

Ο Πέτρος εκφράζει το εύλογο ερώτημα γιατί τα δεκανίκια έχουν το ίδιο χρώμα με τα φέρετρα... Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων έχουν αρχίσει να ραγίζουν φυσική συνέπεια των βασικών ελλείψεων (για παράδειγμα η Ελένη πιέζει τον Ανδρέα να βρει δουλειά, πράγμα όμως δύσκολο για την εποχή). Οι Εγγλέζοι αποχωρούν και οι Έλληνες ψάχνουν για ο,τιδήποτε εκείνοι έχουν αφήσει πίσω τους. Ο Πέτρος με τον Σωτήρη βρίσκουν ένα σακί με σόλες. Κατεβαίνουν στο Μοναστηράκι να πουλήσουν τα λάφυρά τους κι εκεί συναντούν μια σειρά από φιγούρες-καρικατούρες, χαρακτηριστικές της τότε έκφυλης εποχής και της υποκουλτούρας της: αόμματους να περιφέρονται, επαίτες, παπατζήδες, τσιγγάνες, πωλήτριες θρησκευτικών εικόνων, μικροπωλητές γενικότερα αλλά και πρόσωπα που ανεβάζουν πρόχειρες παραστάσεις με επίκαιρα θέματα πίσω από ένα απλό πανί ή που επιδεικνύουν μυϊκή δύναμη ως θέαμα για λίγα λεφτά.

Τα αγόρια χάνουν τον "θησαυρό" τους κι είναι τόσο κρίμα αυτό γιατί οι σόλες του Σωτήρη είναι διάτρητες... Εισβάλλουν στο μεταξύ οι Γερμανοί που βρίσκονται πια "intra portas" όπως θα πει ο παππούς... Κι έχουν καταφθάσει με μισανθρωπία και αγριότητα έτοιμοι να τα κατασπαράξουν όλα, χωρίς να σεβαστούν τίποτα. Είμαστε πλέον στον Απρίλιο του 1941.

Η Λέλα, όπως είχε πράξει και με τον Ιταλό, φιλοξενεί τώρα ένα Γερμανό αξιωματικό, τον Γιαούρτερ. Τα αγόρια από τη μεριά τους τον αποκαλούν χλευαστικά "γιαουρτομούτσουνο". Στο μεταξύ, επιστρέφει ο Άγγελος από το μέτωπο με μπαστούνι κι όχι ήρωας πάνω σε άλογο, όπως ονειρευόταν ο Πέτρος... τους αφηγείται τις σκληρές δοκιμασίες που πέρασε λόγω της πείνας και του υπερβολικού κρύου. Γεμάτος ψείρες, ομολογεί ότι χρειάστηκε και να ζητιανέψει και να πουλήσει το χρυσό μενταγιόν της Ρίτας με αντάλλαγμα μισό καρβέλι ψωμί... Οι φαντάροι επέστρεψαν από τον πόλεμο τραυματίες κυρίως από χιονίστρες κι όχι από βόλια...

Στη γειτονιά η μάνα της Λέλας, η μεγάλη Λεβένταινα, κρατά επιδεικτικά ένα καρβέλι ψωμί και τα αγόρια σκύβουν στον δρόμο για να γλείψουν τα ψίχουλα. Η μπριζόλα που τηγανίζει για τον φίλο της το Γερμανό προκαλεί κι άλλο την πείνα των παιδιών ενώ ο Γιαούρτερ δε διστάζει να μαστιγώσει τον σκύλο, τον Στορμ γιατί τόλμησε να τον δαγκώσει.

Έχει φθάσει λοιπόν η στιγμή που επιβάλλεται ένα στρατηγικό σχέδιο, σύμφωνα με τον Σωτήρη. Πέτρος και Σωτήρης ζητούν τη βοήθεια του Γιάννη, που έχει μύτη σαν να καρφώνει κεφτέδες αλλά αγαπά την Αντιγόνη και της στέλνει ένα βιβλίο με ποιήματα του Αγαρινού. Η Ελένη πάλι μαλώνει τον Πέτρο που αντιμιλάει στη Λεβένταινα καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να τους θέσει σε κίνδυνο. Είναι σημαντικό να σωθεί κάποιος από τους Γερμανούς, έστω κι αν αυτός είναι μόνο ένας σκύλος, τονίζει ο Γιάννης στον Πέτρο.

Κι ο καιρός περνά, ο Ανδρέας παραμένει άνεργος  ενώ ακούει ραδιόφωνο, συσκευή ενημέρωσης που πρόκειται σύντομα να σφραγιστεί από τους Γερμανούς ως απαγορευμένη.

Ο Πέτρος βλέπει εφιάλτη με τον σκύλο, τη μάνα της Λέλας και τον Γιαούρτερ. Η Αντιγόνη, συνεπαρμένη, διαβάζει την ποιητική συλλογή κι ομολογεί ότι πια δεν αγαπά τον Δημήτρη του ιδιωτικού σχολείου γιατί υποστηρίζει τους Γερμανούς ως σίγουρους μέλλοντες νικητές...

Τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο κι ο Πέτρος με τον Σωτήρη ωριμάζουν μέσα από αυτά και την τραχύτητά τους. Σεπτέμβριος του 1941 και το σύστημα ύδρευσης στην Αθήνα παρουσιάζει φθορά με αποτέλεσμα να μην μπορούν οι άνθρωποι να πιουν αρκετό νερό για να φουσκώσει η κοιλιά τους κι έτσι να μην πεινούν και κατά συνέπεια να μην υποφέρουν. Η Ελένη δε μυρίζει πια πράσινο σαπούνι όπως παλιά, δεν προτείνει στον Πέτρο να δοκιμάσει το γλυκό που ετοίμασε, δεν τον παίρνει μαζί της στα μαγαζιά για να διαλέξει ένα κομψό καπέλο... Αντίθετα, διαπληκτίζεται όλο και πιο συχνά με τον Ανδρέα. Πρόκειται για μια εξαιρετικά ξεχωριστή σκηνή τόσο κειμενικά διά χειρός Άλκης Ζέη όσο και σκηνοθετικά μέσα από τη ματιά του Τζαμαργιά.

Ο Άγγελος ετοιμάζεται να φύγει μάλλον στην Αίγυπτο ενώ η Αντιγόνη τραγουδά "τι ωραίο ν' αγαπάς κάποιον που φεύγει μακριά...". Ως νέα κοπέλα ο έρωτας την απασχολεί, κάτι που δεν ισχύει ακόμη για τον νεαρότερο Πέτρο. Και εδώ η σκηνοθεσία είναι άριστη με την κοπέλα να υμνεί και τα μέλη της οικογένειάς της να χορεύουν παράλληλα.

Η παρακμή στη ζωή των δραματικών προσώπων βαθαίνει με τα παιδιά να μην πολυπηγαίνουν στο σχολείο, τον δάσκαλο τον κύριο Λουκάτο (με τη βαριά προφορά της επαρχίας) να δικαιολογεί την απουσία των μαθητών του και να μην κρατάει πια βέργα αλλά και τον Σωτήρη να ισχυρίζεται ότι έχει πιάσει δουλειά ενώ στην πραγματικότητα έχει γίνει ζητιάνος στο λεωφορείο. Δίπλα του πάντα ο Πέτρος που του έχει φυλάξει μια φέτα ψωμί: δώρο ανεκτίμητο!

Ιδιαίτερα αντιδραστικός παρουσιάζεται ο παππούς που δε θα είχε αντίρρηση αν ο Πέτρος γινόταν επαίτης προκειμένου να του προσφέρει λίγη σκόνη γάλα. Διαμαρτύρεται για το πάχος που έχουν οι φέτες το ψωμί ενώ ξεπέφτει εντελώς όταν προσπαθεί να σφάξει τη χελώνα για να την κάνει σούπα! Η Αντιγόνη συζητά με τον Πέτρο στην κουκέτα όπου κοιμούνται για τη συμπεριφορά του παππού αλλά και τη θυσία της μητέρας που τρώει πάντα σε ρηχό πιάτο. Συστήνει δε στον αδελφό της να σφίγγει το μαξιλάρι στην κοιλιά του για να μην ενοχλείται από το αίσθημα της πείνας...

Σωτήρης και Πέτρος αποφασίζουν να πάρουν μέρος στην Αντίσταση με τα ψευδώνυμα Κίμωνας και Τσουένι αντίστοιχα. Τα συνθήματα που γράφουν στους τοίχους αποδεικνύουν ότι οι λέξεις μπορούν να αποτελέσουν μεγάλα όπλα ενώ στο ατελιέ που συχνάζουν με σκοπό να οργανώνονται ομαδικά κατά των Γερμανών θα γνωρίσουν πρόσωπα μεγαλύτερα ηλικιακά όπως τον Αχιλλέα αλλά και τη Δροσούλα, τη ζωγράφο.

Πώς θα βιώσουν οι ήρωες τη συνέχεια της Κατοχής με τα συσσίτια, τους αγώνες, τη φυγή στο βουνό, τις επικίνδυνες αιματηρές διαδηλώσεις, τον τρόμο και το κρύο; Ποια θα είναι η τύχη του Σωτήρη που είναι αδύνατος και ρακένδυτος και όχι αρκετά παρουσιάσιμος για τον πατριό του; Ποια επίσης η τύχη της όμορφης Δροσούλας με το κόκκινο φόρεμα αλλά και της Ρίτας που είναι Εβραία; Τι θα έχει διδάξει η εμπειρία του πολέμου σε όσους κατάφεραν και επιβίωσαν;

Κριτική της παράστασης

Αναμφίβολα, πρόκειται για μια παράσταση άριστη καθ' όλα. Τόσο ως προς τη σκηνοθεσία όσο και ως προς τις ερμηνείες, τα σκηνικά, τα κοστούμια, τη μουσική. Όλοι οι ηθοποιοί, ανεξαιρέτως, κινούνται και τραγουδούν υπέροχα πάνω στη σκηνή. Όλοι μαζί συνιστούν ένα μοναδικά υποδειγματικά δεμένο θίασο. Αρκετοί δε από αυτούς υποδύονται δύο και τρεις ρόλους κατά τη διάρκεια της παράστασης, πράγμα διόλου εύκολο επί δύο ώρες και πλέον δίχως διάλειμμα. 

Ο Τζαμαργιάς, αναμφισβήτητα, εντυπωσιάζει χωρίς εντυπωσιασμούς. Αξιοποιεί στο έπακρον το δυνατό και συγκινητικό κείμενο της σπουδαίας Άλκης Ζέη κι απευθύνει με ζεστή αμεσότητα τα μηνύματα του έργου τόσο στα παιδιά, που είναι το κοινό-στόχος της παράστασης και που έρχονται σε επαφή με παντελώς άγνωστες έννοιες όπως η Κατοχή και το συσσίτιο όσο και στους ενήλικες που έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν διάφορες ανοικείες πτυχές της περιόδου εκείνης στην Αθήνα. 

Ανατριχιαστικός, θα λέγαμε, είναι ο παραλληλισμός με τη σημερινή εποχή και την κρίση που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός. Ακούμε μέσα στο έργο να λέγεται εμφατικά: "πρώτα θα πεθάνουν οι γέροι!" Ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει αναφερθεί σε σχετικό βίντεο για τις αναλογίες των δύο εποχών υπογραμμίζοντας πολύ σωστά ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, όλα μπορεί να αλλάξουν και να χαθούν αλλά και ότι η ζωή προχωράει και όλοι γινόμαστε πιο δυνατοί μόνο μέσα από τις δυσκολίες της.

Πληροφορίες για την παράσταση: https://vasilakou.theater/project/o-megalos-peripatos-tou-petrou/