Παρασκευή 8 Απριλίου 2022

 


ΑΙΝΙΓΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ

του Ερίκ-Εμμανουέλ Σμιτ


Κριτική ανάλυση της Μαρίνας Αποστόλου

ΙΔΡΥΜΑ «ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ»

Πειραιώς 206, Ταύρος

Πέμπτη, 7 Απριλίου 2022

9 μμ

 

Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας – Πυγμαλίων Δαδακαρίδης

Β. Σκηνοθ: Παναγιώτα Παπαδημητρίου

 

«ΘΑ ΜΟΥ ΓΡΑΦΕΤΕ;»

 

Αμπέλ Ζνόρκο: - Σας αρέσουν τα βιβλία μου;

Έρικ Λάρσεν: - Δεν ξέρω… είναι όπως με τον Θεό… Ξεκινάμε φοβισμένοι. Η φήμη σας ασκεί επιρροή, δεν μπορώ να έχω καθαρή άποψη. Λάμπετε πολύ για μένα κι αυτό με θαμπώνει…

(…)

Αμπέλ Ζνόρκο: Τι σημαίνει μετριόφρων; Είναι απλά αυτός που ζητάει κι άλλη επιβεβαίωση! (…) Τον Όμηρο θα τον ρωτούσατε αν έχει ζήσει στον Όλυμπο ανάμεσα στους θεούς; (…) Το ψέμα έχει φινέτσα. (…) Πόσα χρόνια μπορεί κανείς να ζει βλέποντας κάθε μέρα ανθρώπους; (…) Η κρυφή ωμότητα ενός χαδιού, το χάδι είναι παρεξήγηση, είναι πόνος! Η Γη γυρίζει, το χορτάρι μεγαλώνει, τα παιδιά πεθαίνουν.

Έρικ Λάρσεν: Δεν ξέρουμε ποιους αγαπάμε. Δε θα μάθουμε ποτέ (...) Νιώθω πως υποφέρετε… Αφήστε με να βοηθήσω (…) Μου πήρε δυο ώρες να την ταΐσω ένα μήλο! (…) Οφείλουμε ζωή στους πεθαμένους αλλά και στους ζωντανούς…

 

Γιάννης Μπέζος και Πυγμαλίων Δαδακαρίδης σε ένα κείμενο-κομψοτέχνημα υψηλών απαιτήσεων (μτφρ. Εύα Κοτανίδου). Δύο ανδρικοί ρόλοι σε έναν αγώνα δρόμου όπου τελικά υπάρχουν μόνο νικητές.

Δεν είναι η πρώτη φορά όπου ένα θεατρικό κείμενο βασισμένο σε δύο ισχυρούς ανταγωνιστικούς ρόλους ανεβαίνει στο σανίδι και γοητεύει το κοινό˙ πότε με τις μεγάλης συμπύκνωσης φιλοσοφικές ατάκες του και πότε με τις απρόσμενες εξελίξεις του αναμειγνύοντας συνάμα κωμικά στοιχεία που ξεκουράζουν τους θεατές κι ελαφραίνουν το βαρύ κλίμα που δημιουργείται κατά διαστήματα από τις δραματικές σκηνές του έργου αλλά και τις στιγμές σύγκρουσης των δραματικών προσώπων.

Στην περίπτωση όμως των Αινιγματικών Παραλλαγών, ο Γάλλος συγγραφέας ανατέμνει πολύ πιο βαθιά τις ανθρώπινες ψυχές που τελικά μάλλον δε διαφέρουν μεταξύ τους. Η υπόσταση, η ύλη της ανθρώπινης ψυχής είναι μία για όλα τα ανθρώπινα όντα με τη διαφορά ότι κάποια επιλέγουν να ενδυθούν τον μανδύα μιας δήθεν σκληρότητας και μισανθρωπίας εν είδει άμυνας ενάντια στην απογοήτευση, στον έρωτα που τρομάζει, στη δυσκολοκατόρθωτη αγάπη, στη συνύπαρξη που δυσκολεύει, στη μοναξιά που βολεύει και στη ρουτίνα που στραγγαλίζει την ερωτική επιθυμία οδηγώντας στην κενότητα.

Το σκηνικό συντίθεται από μια ευμεγέθη βιβλιοθήκη, μπουκάλια αλκοόλ (κάποια άδεια) μια γραφομηχανή, λίγους πίνακες ζωγραφικής, ένα μπιμπελό-φάρο, ρούχα πεταμένα εδώ κι εκεί αλλά και έναν δίσκο μουσικής (σκηνογρ: Κωνσταντίνος Ζαμάνης). Ακούγεται ήχος κύματος μιας και όπως θα μάθουμε σύντομα βρισκόμαστε σε ένα νησί της Νορβηγίας, το Ροσβανόι, όπου η μέρα διαρκεί έξι μήνες, όπως και η νύχτα. Κατάσταση απόλυτη και ξεκάθαρη χωρίς ενδιάμεσες αμφιλεγόμενες φάσεις, όπως επίσης θα ακούσουμε να λέγεται κατά τη διάρκεια του έργου.

Ένας νομπελίστας συγγραφέας μυθιστορημάτων (Γιάννης Μπέζος) κι ένας δημοσιογράφος (όντως;) (Πυγμαλίων Δαδακαρίδης) που διανύει μια πελώρια χιλιομετρική απόσταση για να του πάρει συνέντευξη με κασετοφωνάκι που «συμπτωματικά» δε λειτουργεί διότι ίσως έχει χαλάσει κατά τη μεταφορά του στο ταξίδι. Ο πρώτος ζει σαν ερημίτης, αποστρέφεται τον πολιτισμό, έχει για προστασία την καραμπίνα του κι όσο πασχίζει με την αγένεια και τις προσβολές του να απωθήσει τον επισκέπτη του τόσο τον κρατά κοντά του κατρακυλώντας μαζί του σε μια αναπόδραστη κατηφόρα ανακαλύψεων και αποκαλύψεων. Αυτές διακρίνονται σε τρία αιχμηρά επίπεδα που ενώ φαινομενικά κόβουν σαν λεπίδι, στην πραγματικότητα καταλήγουν να θεραπεύουν τραύματα που πονούν και τους δύο χαρακτήρες. Ανάμεσά τους η Έλεν, η γυναίκα που τους ενώνει, η κοινή αγαπημένη, ιδωμένη εντελώς διαφορετικά από τον καθένα τους (προσθήκη που δένει εναρμονισμένα με την παράσταση με τη θηλυκή αέρινη παρουσία να υπενθυμίζει πόσο αναπόσπαστη είναι η γυναίκα από τον βίο των αντρών σε σημείο που τον καθορίζει μοιραία μερικές φορές). Ο κάθε ένας άνδρας κρατά κι από ένα άλλο κομμάτι του ίδιου παζλ, το οποίο συμπληρώνουν βήμα-βήμα από κοινού. Ο ένας στην άγνοια κι ο άλλος κατέχων την πλήρη αλήθεια, ερχόμενος ωστόσο σε έναν «παραμυθά» για να μάθει μέσω των υποτιθεμένων δημοσιογραφικών του ερωτήσεων τι έχει πραγματικά συμβεί.

Ορισμένα από τα μαγικά συστατικά του έργου: το βιβλίο μπεστ σέλερ του Αμπέλ Ζνόρκο με παραπλανητική (όχι για όλους όμως) αφιέρωση, ο μουσικός δίσκος – δώρο της Έλεν «παραλλαγές – αίνιγμα» του Έντουαρντ Έλγκαρ που έχει σημαδέψει τον πολυγραφότατο μυθιστοριογράφο, η πυκνή αλληλογραφία επί σειρά ετών που κράτησε ζωντανή μια εξ αποστάσεως σχέση, ο χωρισμός που επιβάλλεται για να καταστήσει τον έρωτα πιο ενδιαφέροντα, η ιδανική ερωμένη που δεν είναι άλλη από την ερωμένη – απούσα, η ληξιαρχική πράξη γάμου που παραδόξως έχει ανάμεσα στα χαρτιά του ένας ρεπόρτερ που διανύει 300 χιλιόμετρα και μια ώρα με το καράβι για να εντοπίσει το θήραμά του και προοδευτικά καλύτερό του φίλο, η πράξη της «επινόησης» με την ευρύτερη έννοια ως μέσο αντιμετώπισης της πραγματικότητας και προσέγγισης του Άλλου, η γραφή των λογοτεχνών που δημιουργεί και ξεπερνάει την ίδια τη ζωή σε αντιπαράθεση με τη γραφή των δημοσιογράφων που απλά αναπαράγει και κάνει αναφορές μέχρι οι σελίδες των εφημερίδων τους να αποτελέσουν το υλικό τυλίγματος φαγώσιμων.

Είναι πραγματικά μάταιο να πέσει κανείς στην παγίδα να συγκρίνει τους δύο θεατρανθρώπους, Γιάννη Μπέζο και Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη. Εξαιρετικοί αμφότεροι, δίνουν ρεσιτάλ ηθοποιίας με τον κάθε ένα να συμβάλλει τα πλείστα στην παράσταση. Ο Γιάννης Μπέζος ερμηνεύει τον χειμαρρώδη ρόλο του δύστροπου νομπελίστα με άπλετη άνεση αξιοποιώντας την πολυετή εμπειρία του στην υποκριτική, γεγονός που φαίνεται ιδίως στα μονολογικά του κομμάτια που προκαλούν ανατριχίλα στο φιλοθεάμον κοινό. Η χημεία του με τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη δείχνει φυσική σαν να πρόκειται όντως για το δίδυμο που έπρεπε από καιρό να έχει γνωριστεί και φιλιώσει. Που ενδεχομένως όμως να μην ήταν ώριμη η στιγμή της συνάντησής τους, που ίσως έπρεπε να διαβούν το μακρόχρονο αυτό στάδιο της ανταλλαγής επιστολών το οποίο ακολούθησε τον αδόκητο θάνατο της κοινής αγαπημένης. Ο Δαδακαρίδης, από την πλευρά του, υποδύεται άκρως συγκινητικά ένα βαθιά συναισθηματικό άνδρα, δοτικό, συμπαραστατικό, ευαίσθητο που αποδεικνύει το δίχως άλλο πως τίποτα δεν έχει αξία, αν δεν μοιράζεται. Καταφέρνει να ξεθάψει τον καλά κρυμμένο ανθρώπινο εαυτό του συγγραφέα που στο τέλος μαλακώνει, ξεπαγώνει, δαμάζεται. Είναι ειλικρινά μοναδικός ερμηνευτικά (η αλήθεια είναι ότι μπορεί και προσαρμόζεται σε ποικίλους ρόλους) ενώ συνυπογράφει τη σκηνοθεσία του έργου με τον Σωτήρη Τσαφούλια, καλλιτέχνη γνωστό κυρίως από τις επιτυχίες του στον κινηματογράφο˙ προφανώς, ο Τσαφούλιας δεν υστερεί διόλου και θεατρικά καθώς το σκηνοθετικό αποτέλεσμα τον τιμά χωρίς υπερβολή.

Η σχέση μας με τον «Άλλο» πάντα βασάνιζε το θέατρο και πάντα θα αποτελεί βασικό πρόβλημά του. Η θεματική της θα οπλίζει διαχρονικά το χέρι των θεατρικών συγγραφέων, γιατί πάντα θα τους ταλανίζει και θα τους κάνει να την ερευνούν όλο και πιο επισταμένα, όλο και πιο λαίμαργα.  


Συγγραφέας: Éric-Emmanuel Schmitt

Μετάφραση: Εύα Κοτανίδη

Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας- Πυγμαλίων Δαδακαρίδης

Σκηνικά: Kωνσταντίνος Ζαμάνης

Κοστούμια: Άγις Παναγιώτου

Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου

Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος

Χορογραφία: Μπίλιω Μαρνέλη

 

Παίζουν: Γιάννης Μπέζος, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης


"Πάντα μπορεί κανείς να ερωτεύεται.
Το δύσκολο είναι ν' αγαπάς".

                                      Τίτος Πατρίκιος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου